Μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου ν’ αναρωτιέται πώς και τα τελευταία 4-5 χρόνια ασχολούμαι με τη, λεγόμενη, balearic μουσική. Το έναυσμα δόθηκε από ένα σχετικό hype που αναπτύχθηκε γύρω στο 2008. Στη συνέχεια όμως, το balearic στάθηκε, μετά από το trip hop των 90s, το επόμενο μεγάλο ραντεβού μου στον κόσμο της electronica. Βέβαια, το… "βαλεαρικό" στιλ ξεπερνά τα σύνορα της ηλεκτρονικής μουσικής. Ακόμα περισσότερο, έχει, όχι μόνο υπερκεράσει τα χρονικά όρια κατά τα οποία δημιουργήθηκε, δηλαδή το τέλος της δεκαετίας του 80 και την αρχή αυτής του 90, αλλά και έχει απλωθεί πέρα του τόπου που του έχει δώσει το όνομά του: το νησί της Ibiza, το "λευκό νησί", όπως το χαρακτηρίζουν οι ακόμα πιο.. άσπροι τουρίστες που συρρέουν κάθε χρόνο από τη χειμωνιάτικη Γηραιά Αλβιόνα.
Ένα από τα πιο βασικά και διαχρονικά στοιχεία του balearic είναι ένα παντελώς εκούσιο γκρέμισμα των συνόρων που διαχωρίζουν μουσικά είδη και ύφη. Αυτό το στοιχείο απαιτεί, αλλά και καλλιεργεί το εκλεκτικό γούστο, την ιδιαίτερη άποψη για τη μουσική. Ένα τέτοιο κολάζ ποικίλων μουσικών χρωμάτων μπορεί να συνοδεύσει επάξια στιγμές της ζωής μας: από ένα άραγμα στο ηλιοβασίλεμα, ως ένα πάρτυ φουλ από χορό. Το γαϊτανάκι που το balearic beat σέρνει, φέρνει ποιότητα, αισθητική και μια αίσθηση μέτρου. Για παράδειγμα, σ’ ένα πιο αραχτό mix, η κουραστική κάποιες φορές αφαιρετικότητα του ambient μπορεί να "σπάσει" με ένα σύντομο dub ταξίδι στο διάστημα ή με μια ψυχεδελική μπαλάντα των late 60s. Τώρα, αν μεταφερθούμε σε σκηνικά πιο χορευτικά, το disco μπορεί να παίξει κολλητά με το deep house, το post punk, ακόμα και με το fusion…
Για αυτό και στην πρώτη και ιδιαίτερα επιδραστική εποχή του balearic, στα clubs της Ibiza, μπορούσες να βρεις διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων, τους οποίους ένωνε μια κοινή νοοτροπία: να νιώσουν θετικά, να χορέψουν, να περάσουν ωραία τις καλοκαιρινές τους βραδιές. Ωστόσο, από εκείνη τη χρυσή εποχή αλλά και τη συνέχειά της, το δικό μου ενδιαφέρον τουλάχιστον, δεν τραβάει τόσο η "τρελή" (και συχνά μοδάτη και πακεταρισμένη) διασκέδαση, ακόμη και η ατμόσφαιρα ηδονισμού, όσο καταστάσεις άλλες, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως και πνευματικές· όπως ο συγχρονισμός του καλοκαιρινού θαλάσσιου κύματος μ’ έναν midtempo ρυθμό που δανείζεται κάτι από acid house, κάτι από krautrock ή το να ξενυχτάς με καλή παρέα, ζεστά συναισθήματα και χορευτική μουσική γεμάτη ποιότητα, ψυχή και ουσία.
Φυσικά, στην πόρτα της balearic μουσικής βλέπουν φως και μπαίνουν τραγούδια λησμονημένα, ακόμα και ξεπερασμένα, όπως κάποιες cult disco ή electro νεκραναστάσεις. Αλλά, πέρα από το ακόνισμα κρίσης και γούστου, αυτό το ψάξιμο σκονισμένων διαμαντιών συνδέεται και με το ενδιαφέρον για τις πιο περιθωριακές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, στα πλαίσια μια (μετα)μοντέρνας αξιοποίησης της ευρύτερης ποπ κουλτούρας. Εδώ βρίσκει πρόσφορο έδαφος και η στροφή των φίλων της μουσικής στο βινύλιο: ατέλειωτο ψάξιμο σε παζάρια μεταχειρισμένων δίσκων, αλλά και νέες κυκλοφορίες σε βινυλιακή μορφή.
Το balearic στιλ λοιπόν, προσφέρει μια αίσθηση ισορροπίας, τόσο ως προς το τί ακούς, όσο και προς το πώς το ακούς, ώστε μπορεί να συνδεθεί και με μια άποψη για τα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως αυτό το μεσογειακό μαγείρεμα ήχων, εποχών και κόσμων με κριτήριο το καλό γούστο και τη θετική διάθεση, κάνει τον ακροατή να βλέπει διαφορετικά ολόκληρο το γίγνεσθαι της μουσικής: το underground, το mainstream και τις σχέσεις ανάμεσά τους. Αυτή η πιο εναλλακτική και σοφιστικέ στάση απέναντι στη μουσική αποτελεί μια στάση στην ουσία της πολιτική.
Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι στα τέλη των 80s και αρχές των 90, στο πλήθος των παραθεριστών της Ibiza συναντούσες φίλους της χίππυ κουλτούρας, ισόβιους ταξιδιώτες, μποέμ, αλλά και ανθρώπους όπως ο Ιταλός DJ Leo Mas. O Leo Mas, όπως δηλώνει σε συνέντευξη του, πριν βρεθεί στην Ibiza, να παίζει μουσική στο περίφημο Amnesia, παρέα με τον Alfredo Fiorito, τον καιρό που ζούσε στο Μιλάνο, οι έντονα αριστερές του πολιτικές πεποιθήσεις τον έκαναν να αποφεύγει τις κυριλλέ ντισκοτέκ της πόλης, προτιμώντας πιο ροκ χώρους. Αλλά, στο "λευκό νησί", έζησε ξενύχτια κι εμπειρίες που του άλλαξαν τη γνώμη για τη χορευτική μουσική. Άλλωστε, η house και η techno κατά καιρούς περνάνε πολιτικοκοινωνικά μηνύματα…
Συμπερασματικά, μια DJ προσέγγιση και ένα για πολλούς παλιακό κομμάτι της χορευτικής σκηνής, δίνει έναυσμα για σκέψεις γύρω από τη μουσική εν γένει, αλλά και την τέχνη, ακόμα και τη ζωή. Φυσικά αυτές οι σκέψεις συγκροτούν μια άποψη υποκειμενική, κάποιος άλλος fan του είδους θα μπορούσε να αφηγηθεί τη δική του νοερή (και πραγματική) βόλτα στις Βαλεαρίδες Νήσους. Ωστόσο αυτή είναι η πρωταρχική γοητεία του balearic beat: το ξεπέρασμα του chill out και του house, της disco και του ροκ, του παλιού και του νέου, για χάρη της προσωπικής καλλιέργειας και γούστου.
Άλλωστε, ο πολύς Paul Oakenfold, που στάθηκε από τους πρώτους κήρυκες του balearic ήχου εκτός Ibiza, έχει δηλώσει: «Η δική μου ερμηνεία στο balearic beat είναι ότι μπορείς να παίξεις όλα τα είδη μουσικής μαζί· όχι μόνο κομμάτια που θα άκουγες στο νησί. Έπαιζα λίγα κομμάτια που συνηθιζόταν στην Ibiza, στο υπόλοιπο της βραδιάς μου δινόταν η ευκαιρία να παίξω όλη την εναλλακτική μουσική που μ’ άρεσε τότε» (πηγή, σελ. 108). Αυτή η δήλωση ενός από τους πάλαι ποτέ άρχοντες του balearic beat μας δίνει την ευκαιρία να μπούμε για τα καλά στο πνεύμα αυτού του ήχου.
Αφού, λοιπόν, ο συγκεκριμένος ήχος επιτάσσει ελευθερία κινήσεων και μια προσωπική σφραγίδα, αλλά και, από τη στιγμή που αρετή όσων ψάχνουν τη μουσική είναι η ανατρεπτική διάθεση, γιατί ένα άτυπο remix ενός κλασικού "βαλεαρικού" άσματος, το οποίο όμως έρχεται από ένα μουσικό χώρο, σε επίπεδο τόσο διάθεσης όσο και άποψης, αντίθετο, να μη μας κάνει να μιλάμε για… balearic black metal;
Προειδοποιώ πως το κομμάτι ξεκινά έπειτα από εξίμιση περίπου λεπτά ομίχλης και ανέμου...
Πηγαίνοντας λίγο κόντρα σε όλο το κείμενο, το οποίο βρίθει από αναφορές στο παρελθόν, ας ακολουθήσουμε για λίγο το βασικό κανόνα των blogs, την παρακολούθηση της τρέχουσας επικαιρότητας, προτείνοντας δύο mixes που ανέβηκαν στο διαδίκτυο, προς ακρόαση και downloading, πριν λίγες μέρες. Το πρώτο, πιο uptempo και χορευτικό, αποτελεί το σετ που επιμελήθηκαν οι Justin Robertson, Balearic Mike και Kelvin Andrews, για το boat party του φετινού φεστιβάλ Electric Festival στις Δαλματικές Ακτές:
Το δεύτερο, πιο chill κι ακουστικό, ανήκει στην Nancy Noise, μια από τις παλιότερες και πιο ιδιαίτερες αντιπροσώπους του balearic ήχου.
πηγή εικόνας
Ένα από τα πιο βασικά και διαχρονικά στοιχεία του balearic είναι ένα παντελώς εκούσιο γκρέμισμα των συνόρων που διαχωρίζουν μουσικά είδη και ύφη. Αυτό το στοιχείο απαιτεί, αλλά και καλλιεργεί το εκλεκτικό γούστο, την ιδιαίτερη άποψη για τη μουσική. Ένα τέτοιο κολάζ ποικίλων μουσικών χρωμάτων μπορεί να συνοδεύσει επάξια στιγμές της ζωής μας: από ένα άραγμα στο ηλιοβασίλεμα, ως ένα πάρτυ φουλ από χορό. Το γαϊτανάκι που το balearic beat σέρνει, φέρνει ποιότητα, αισθητική και μια αίσθηση μέτρου. Για παράδειγμα, σ’ ένα πιο αραχτό mix, η κουραστική κάποιες φορές αφαιρετικότητα του ambient μπορεί να "σπάσει" με ένα σύντομο dub ταξίδι στο διάστημα ή με μια ψυχεδελική μπαλάντα των late 60s. Τώρα, αν μεταφερθούμε σε σκηνικά πιο χορευτικά, το disco μπορεί να παίξει κολλητά με το deep house, το post punk, ακόμα και με το fusion…
Για αυτό και στην πρώτη και ιδιαίτερα επιδραστική εποχή του balearic, στα clubs της Ibiza, μπορούσες να βρεις διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων, τους οποίους ένωνε μια κοινή νοοτροπία: να νιώσουν θετικά, να χορέψουν, να περάσουν ωραία τις καλοκαιρινές τους βραδιές. Ωστόσο, από εκείνη τη χρυσή εποχή αλλά και τη συνέχειά της, το δικό μου ενδιαφέρον τουλάχιστον, δεν τραβάει τόσο η "τρελή" (και συχνά μοδάτη και πακεταρισμένη) διασκέδαση, ακόμη και η ατμόσφαιρα ηδονισμού, όσο καταστάσεις άλλες, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως και πνευματικές· όπως ο συγχρονισμός του καλοκαιρινού θαλάσσιου κύματος μ’ έναν midtempo ρυθμό που δανείζεται κάτι από acid house, κάτι από krautrock ή το να ξενυχτάς με καλή παρέα, ζεστά συναισθήματα και χορευτική μουσική γεμάτη ποιότητα, ψυχή και ουσία.
Φυσικά, στην πόρτα της balearic μουσικής βλέπουν φως και μπαίνουν τραγούδια λησμονημένα, ακόμα και ξεπερασμένα, όπως κάποιες cult disco ή electro νεκραναστάσεις. Αλλά, πέρα από το ακόνισμα κρίσης και γούστου, αυτό το ψάξιμο σκονισμένων διαμαντιών συνδέεται και με το ενδιαφέρον για τις πιο περιθωριακές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, στα πλαίσια μια (μετα)μοντέρνας αξιοποίησης της ευρύτερης ποπ κουλτούρας. Εδώ βρίσκει πρόσφορο έδαφος και η στροφή των φίλων της μουσικής στο βινύλιο: ατέλειωτο ψάξιμο σε παζάρια μεταχειρισμένων δίσκων, αλλά και νέες κυκλοφορίες σε βινυλιακή μορφή.
Το balearic στιλ λοιπόν, προσφέρει μια αίσθηση ισορροπίας, τόσο ως προς το τί ακούς, όσο και προς το πώς το ακούς, ώστε μπορεί να συνδεθεί και με μια άποψη για τα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως αυτό το μεσογειακό μαγείρεμα ήχων, εποχών και κόσμων με κριτήριο το καλό γούστο και τη θετική διάθεση, κάνει τον ακροατή να βλέπει διαφορετικά ολόκληρο το γίγνεσθαι της μουσικής: το underground, το mainstream και τις σχέσεις ανάμεσά τους. Αυτή η πιο εναλλακτική και σοφιστικέ στάση απέναντι στη μουσική αποτελεί μια στάση στην ουσία της πολιτική.
Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι στα τέλη των 80s και αρχές των 90, στο πλήθος των παραθεριστών της Ibiza συναντούσες φίλους της χίππυ κουλτούρας, ισόβιους ταξιδιώτες, μποέμ, αλλά και ανθρώπους όπως ο Ιταλός DJ Leo Mas. O Leo Mas, όπως δηλώνει σε συνέντευξη του, πριν βρεθεί στην Ibiza, να παίζει μουσική στο περίφημο Amnesia, παρέα με τον Alfredo Fiorito, τον καιρό που ζούσε στο Μιλάνο, οι έντονα αριστερές του πολιτικές πεποιθήσεις τον έκαναν να αποφεύγει τις κυριλλέ ντισκοτέκ της πόλης, προτιμώντας πιο ροκ χώρους. Αλλά, στο "λευκό νησί", έζησε ξενύχτια κι εμπειρίες που του άλλαξαν τη γνώμη για τη χορευτική μουσική. Άλλωστε, η house και η techno κατά καιρούς περνάνε πολιτικοκοινωνικά μηνύματα…
Συμπερασματικά, μια DJ προσέγγιση και ένα για πολλούς παλιακό κομμάτι της χορευτικής σκηνής, δίνει έναυσμα για σκέψεις γύρω από τη μουσική εν γένει, αλλά και την τέχνη, ακόμα και τη ζωή. Φυσικά αυτές οι σκέψεις συγκροτούν μια άποψη υποκειμενική, κάποιος άλλος fan του είδους θα μπορούσε να αφηγηθεί τη δική του νοερή (και πραγματική) βόλτα στις Βαλεαρίδες Νήσους. Ωστόσο αυτή είναι η πρωταρχική γοητεία του balearic beat: το ξεπέρασμα του chill out και του house, της disco και του ροκ, του παλιού και του νέου, για χάρη της προσωπικής καλλιέργειας και γούστου.
Άλλωστε, ο πολύς Paul Oakenfold, που στάθηκε από τους πρώτους κήρυκες του balearic ήχου εκτός Ibiza, έχει δηλώσει: «Η δική μου ερμηνεία στο balearic beat είναι ότι μπορείς να παίξεις όλα τα είδη μουσικής μαζί· όχι μόνο κομμάτια που θα άκουγες στο νησί. Έπαιζα λίγα κομμάτια που συνηθιζόταν στην Ibiza, στο υπόλοιπο της βραδιάς μου δινόταν η ευκαιρία να παίξω όλη την εναλλακτική μουσική που μ’ άρεσε τότε» (πηγή, σελ. 108). Αυτή η δήλωση ενός από τους πάλαι ποτέ άρχοντες του balearic beat μας δίνει την ευκαιρία να μπούμε για τα καλά στο πνεύμα αυτού του ήχου.
Αφού, λοιπόν, ο συγκεκριμένος ήχος επιτάσσει ελευθερία κινήσεων και μια προσωπική σφραγίδα, αλλά και, από τη στιγμή που αρετή όσων ψάχνουν τη μουσική είναι η ανατρεπτική διάθεση, γιατί ένα άτυπο remix ενός κλασικού "βαλεαρικού" άσματος, το οποίο όμως έρχεται από ένα μουσικό χώρο, σε επίπεδο τόσο διάθεσης όσο και άποψης, αντίθετο, να μη μας κάνει να μιλάμε για… balearic black metal;
Προειδοποιώ πως το κομμάτι ξεκινά έπειτα από εξίμιση περίπου λεπτά ομίχλης και ανέμου...
Πηγαίνοντας λίγο κόντρα σε όλο το κείμενο, το οποίο βρίθει από αναφορές στο παρελθόν, ας ακολουθήσουμε για λίγο το βασικό κανόνα των blogs, την παρακολούθηση της τρέχουσας επικαιρότητας, προτείνοντας δύο mixes που ανέβηκαν στο διαδίκτυο, προς ακρόαση και downloading, πριν λίγες μέρες. Το πρώτο, πιο uptempo και χορευτικό, αποτελεί το σετ που επιμελήθηκαν οι Justin Robertson, Balearic Mike και Kelvin Andrews, για το boat party του φετινού φεστιβάλ Electric Festival στις Δαλματικές Ακτές:
Το δεύτερο, πιο chill κι ακουστικό, ανήκει στην Nancy Noise, μια από τις παλιότερες και πιο ιδιαίτερες αντιπροσώπους του balearic ήχου.
πηγή εικόνας