27/9/13

Επανεκτιμώντας το “North Borders” του Bonobo

 
Ο Bonobo, ή κατά κόσμον Simon Green, το 2010 κυκλοφόρησε το τέταρτο άλμπουμ του με τίτλο Black Sands, με το οποίο γνώρισε τη μεγαλύτερη ως τότε εμπορική επιτυχία και έγινε γνωστός σε έναν ευρύτατο κύκλο ακροατών. Κι όλα αυτά συνέβησαν δικαίως, καθώς, από μουσικής άποψης, το Black Sands αποτέλεσε την κορύφωση μιας πορείας. Το λεπτοδουλεμένο και αρτίστικο dowtempo των δύο πρώτων άλμπουμ ήρθε και έδεσε με την πλούσια ενορχήστρωση και το χορευτικό ρυθμό της μαύρης μουσικής, στοιχεία που στο μουσικό σύμπαν του Bonobo είχαν εισαχθεί ήδη από το Days To Come (2006). Αλλά, στο Black Sands, όλα τα κομμάτια του παζλ, το ηλεκτρονικό και το αναλογικό, το ακουστικό και το χορευτικό, συνδυάστηκαν αριστοτεχνικά.

Έτσι δεν φαίνεται εντελώς παράλογο πως, στο πιο πρόσφατό του άλμπουμ, που ακολούθησε το Black Sands και τιτλοφορείται The North Borders (2013, Ninja Tune), o Βρετανός καλλιτέχνης αποφάσισε να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στη μουσική του πορεία. Κατά τις πρώτες ακροάσεις του άλμπουμ, αυτό ακριβώς το γύρισμα της σελίδας με ξένισε. Αλλά, τελικά, ποιό θα ήταν το νόημα να ακούγαμε κάτι από τα ίδια;

Στο North Borders o Bonobo βάζει ρότα για την ηλεκτρονική μουσική. Το αναλογικό στοιχείο έχει υποχωρήσει, χωρίς βέβαια να έχει εξαφανιστεί. Ήδη στο Black Sands, ο προσεκτικός ακροατής ακούει τα πρώτα ψήγματα της αλλαγής, αλλά στο νέο άλμπουμ  το είναι ξεκάθαρο πως βασικό μέλημα του κύριου Green είναι να συμβαδίσει με τα πιο φρέσκα ρεύματα της electronica. Σίγουρα ο σκοπός του δεν είναι η εμπορική απήχηση ή κάποια επιβεβαίωση, απλά γοητεύεται από όλη αυτή την κινητικότητα και θέλει κι αυτός να μπει στο αλισβερίσι.

Έτσι, σχεδόν σε όλες τις ορχηστρικές συνθέσεις του άλμπουμ, η επιρροή του νέου future garage ήχου είναι εμφανής. Ο Burial κι ακόμα περισσότερο οι λιγότερο σκοτεινοί συνεχιστές και συνοδοιπόροι του, όπως οι Mount Kimbie και ο SBTRKT, δείχνουν να έχουν επηρεάσει τον Bonobo. Ακούστε για παράδειγμα το EmKay.

Ακόμα ένα κυρίαρχο στοιχείο είναι και αυτό του techno κι ειδικά  της πιο πειραματικής του πλευράς, όπως αποτυπώνεται στη μουσική του Four Tet. Το πρώτο single, Cirrus είναι χαρακτηριστικό:


Τέλος, το Heaven For Sinners, όπου τραγουδάει η Erykah Badu, μπορεί να βρίσκεται «λίγο πολύ σε μια πεπατημένη για τον καλλιτέχνη μέθοδο με female vocals σε smooth και chill out εκτελέσεις,που υπάρχουν πάντα σε δίσκους (του) Bonobo» (πηγή), αλλά την ίδια στιγμή, με το ψυχεδελικό του χαρακτήρα σαν να προσεγγίζει τη μη συμβατική ματιά του Flying Lotus στο hip hop.

Ακόμα, συναντάμε και ένα ωραιότατο midtempo jazzy house κομμάτι, το Antenna.

Βέβαια, ο Bonobo φέρνει όλες αυτές τις επιρροές στα δικά του υφολογικά πλαίσια. Το τζαζ στοιχείο είναι κυρίαρχο, όπως και οι funky ρυθμοί. Ακόμα περισσότερο χαρακτηριστική είναι η πλούσια και λεπτομερειακή ενορχήστρωση, καθώς τα ηλεκτρονικά στοιχεία μπλέκονται κυρίως με πνευστά, αλλά και με strings που φέρνουν ζεστασιά και ευαισθησία. Χαρακτηριστικό είναι το εναρκτήριο τραγούδι, First Fires με τη βαθιά συναισθηματικά φωνή του Grey Reverend:


 Ωστόσο και τα υπόλοιπα φωνητικά στο North Borders δεν στερούνται ενδιαφέροντος. Πέρα από  το ισχυρό guest της Erykah Badu, οι φωνές των Cornelia Dahlgre στο καταληκτικό Pieces και της Szjerdene σε δύο τραγούδια  προσθέτουν την απαραίτητη θηλυκή γλυκύτητα.  Μάλιστα ο Bonobo έχει επιλέξει την Szjerdene ως τραγουδίστρια στη φετινή του περιοδεία κι έτσι κι εμείς είχαμε τη μεγάλη τύχη να την ακούσουμε στο πρόσφατο live στη Θεσσαλονίκη (14 Σεπτέμβρη).

Απολαμβάνοντας αυτό ακριβώς το live, κατάφερα να συνειδητοποιήσω τα νέα σύνθεση που επιδιώκει ο Bonobo. Για παράδειγμα, όταν παρουσίασε μια αρχικά πιο ηλεκτρονική και dance εκδοχή του αγαπημένου We Could Forever, η οποία σταδιακά εμπλουτίζονταν με εκρηκτικά drums, jazzy πλήκτρα και ένα εκπληκτικό φλάουτο. Και σ’  όλη τη διάρκεια της συναυλίας, η παρουσία του dubstep ή, γενικότερα, του bass ήχου παρέμενε ξεσηκωτική και δημιουργική ταυτόχρονα. Όπως έχει δηλώσει και σε συνέντευξή του, τα τελευταία χρόνια έχει εμπνευστεί από τον bass ήχο του Λονδίνου.

Έτσι λοιπόν, στο πιο πρόσφατο άλμπουμ του, o Bonobo προσπαθεί να ακολουθήσει τα νέα ρεύματα. Παραμένει ανήσυχος, ξεβολεύεται, παράλληλα όμως δεν προδίδει το προσωπικό του ύφος. Αν το Black Sands σηματοδοτούταν από ένα πλουραλισμό και μια εξωστρέφεια, το North Borders είναι ένας σαφώς πιο εσωστρεφής δίσκος και, ως προς το χαρακτηριστικό της εσωστρέφειας, πιάνει το νήμα των δύο πρώτων άλμπουμ του Βρετανού. Παράλληλα, όμως, χαρακτηρίζεται από δυναμισμό και χορευτική διάθεση.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως το North Borders αφήνει τόσο μια αίσθηση περιπέτειας, όσο και μια αβεβαιότητα.  Άλλωστε είναι φανερό πως ο κ. Green δεν ενδιαφέρεται να μείνει στάσιμος, έχει την αντίληψη και το θάρρος να απαρνηθεί κάθε στατικότητα και "αλήθεια"·  όπως τραγουδά και η Erykah Badu: We dont need no truth/ got plenty now it grows on trees. 

Υ.Γ.: Η εκατοστή ανάρτηση του Music On Air είναι αφιερωμένη στον Bonobo, όπως και η μόλις δεύτερη

20/9/13

guest 08/ Pacific Horizons - Songs [mix]

 

[greek] 

Οι Pacific Horizons, στην τελευταία κυκλοφορία των οποίων είναι αφιερωμένες οι δύο προηγούμενες αναρτήσεις,  μας έκαναν ένα δώρο, αναλαμβάνοντας το πρώτο guest mix για το Music On Air

Έτσι, λοιπόν, παρουσιάζουμε το mix με τίτλο ...


                                                                             Songs

Ένας τίτλος διόλου τυχαίος, καθώς οι Pacific Horizons σκαρώνουν ένα αφιέρωμα στην pop τραγουδοποιία. Τραγούδια επιλεγμένα τόσο από το ραδιοφωνικό ροκ της δεκαετίας του 70, το λεγόμενο AOR, όσο και από την πιο στρωτή και pop πλευρά του new wave/electro των 80s εναλλάσσονται σαν σε ένα ραδιοφωνικό πρόγραμμα από τα παλιά.

Έτσι,  πρώτον έχουμε μια έκπληξη: η μπάντα από το Los Angeles απομακρύνεται από τον κατά βάση ηλεκτρονικό, πειραματικό και ψυχεδελικό της ήχο και στρέφεται στην απατηλά απλή δομή και άποψη της pop μουσικής.

Δεύτερον, έχουμε μια αφορμή για σκέψη γύρω από τους τρόπους που το παρελθόν επανέρχεται, εμπλέκεται και διαλέγεται με την τρέχουσα καθημερινότητα μας. Στην περίπτωση του συγκεκριμένου mix, o τρόπος για έναν τέτοιο διάλογο με το χθες βρίσκεται στα τραγούδια. 


 Ευχαριστώ τη Λ., για τη βοήθειά της στη μετάφραση τόσο της παρουσίασης του EP, όσο και σε αυτό το κείμενο.


[english] 

Pacific Horizons, whose last music effort is reviewed on the two previous posts, made us a present, by taking over the first guest mix for the Music On Air blog.

So, we present the mix entitled...


                                                                              Songs

This title is no coincidental, as Pacific Horizons come up with a tribute to pop songwriting. Songs selected from both the radio rock of the 70s, the so called AOR, and the more plain and poppier side of new wave / electro of the 80s are matched up, like in a radio program from the old days.

 So, first we have a surprise: the band from Los Angeles turns from their standard electronic, experimental and psychedelic sound to the deceptively simple structure and aesthetics of pop music.

Secondly, we have an opportunity to contemplate on the ways in which the past comes back, involved and converses with our current daily life. In this mix, a way to accomplish such a dialogue with the past can be found in songs. 


 Thanks to L., for her help with the translation of the  presentation of the EP and of this text too.

11/9/13

Pacific Horizons ‎– Witches/ A Prayer (2013, Pacific Wizard Foundation) [english review]


 Perhaps the most important characteristic in an artist, in our case a music composer or a band, is the ability to evolve his or its style, to boldly reconstruct his or its previous artistic achievements. The new material that will occur could be characterized by an element of fluidity and uncertainty, but in this way, new material could be also categorized as essentially experimental.

So, when I visited the Pacific Horizons Soundcloud profile and, as tagging of a preview of their new work, I saw the strange compound word "balerostep", I immediately assumed that the Californian band will try hard to expand their sound into new, unexplored territories. Indeed, after a few listens of their new EP, I confirmed my hypothesis. With a cerebral and "sound digging" approach, Pacific Horizons evolve their sound and confirm their fluid and adventurous music identity.

The EP, like the previous ones, consists of two lengthy compositions which are respectively divided on both sides of the 45" vinyl. The title of the first composition is Witches Of Castanenda. Fans of Pacific Horizons will not be surprised by the reference in the field of occultism, through Carlos Castanenda, because similar references could be found in their previous releases too. The track is somehow dedicated to a more dark side of the famous writer, specifically to his relation with a group of women, who were his students and lovers, towards the last years of his life. Reports and rumors of that time, but also later articles, like this, reveal that women were manipulated by Castanenda. This dark and mysterious story culminated when the women, after Castanenda’s death in 1998, disappeared without a trace. Three of the five missing women, who were most closely related to their mentor, were called "witches of Castanenda". The bones of one of the "witches" were found several years later in Death Valley, California. The rest of them still remain missing.

For a listener who has knowledge of these events, Witches Of Castanenda can be considered as a hymn, or rather a music ritual for the lost witches. The atmosphere is evocative and the tone becomes increasingly epic. In terms of music genres, the definition "balerostep" is quite suitable, as we can find elements of both the old balearic or acid house from the late 80s-early 90s and of the broader "bass music".
 

The track begins with a dominant melody on the piano, accompanied by classic house rhythm in 4/4, which, however, is enriched with some dubstep  features. Also, the presence of psychedelia is critical, as an electropop / darkwave influence.

The evolution of the composition is smooth, as melody and rhythm mingle harmoniously, but in the last minutes a very interesting surprise awaits us: an epic climax, a crescendo. In the presentation of a band’s previous EP, we criticized the flatness of the compositions, the lack of a climax. So, the finale of the new track is more than accepted:  the beat is getting more aggressive and a heavy techno synth, restless percussion, along with piano chords like angry gunshots are introduced.


The second  track of the EP is entitled A Prayer For Santa Ana, a more low-key composition but without lacking experimentation Once more, a piano melody is dominant in a classic deep house pattern, enriched with eerie ambient keyboards and electric guitar arpeggios which remind us both psychedelic rock and flamenco. Also, a dubstep element, although is not leading, colors the composition in a very interesting way. At the end of the track, a tribal percussion is introduced. The closure is fully consistent of the solemn atmosphere of a prayer: an effect of a starting storm and people who talk in a cheerful tone, but in an incomprehensible language, most likely the result of some experimentation on the original sound source.

Pacific Horizons wish to tell us stories or, better, to share with us their feelings, evoked by stories, places, images and myths. They create electronic dance music, ideal for a night party, that, like a shamanic ritual, will change the perception of the participants, as a fresh artistic approach manages to do. For this reason, they leverage the tradition of the occult, especially in the titles and artwork of their releases. Indeed, in a climate of genuine mystical symbolism, the band makes interesting allusions for the most attentive listeners or "readers" of their work. For example, if and when you’ll get the vinyl release, take a close look at the both sides of record under strong light...


title pic: Maurice Tabard, Eye and Beach (1949)

3/9/13

Pacific Horizons ‎– Witches/ A Prayer (2013, Pacific Wizard Foundation)


 Ίσως το πιο κρίσιμο χαρακτηριστικό σε έναν δημιουργό, στην περίπτωση μας σε έναν συνθέτη μουσικής ή ένα συγκρότημα, είναι η δυνατότητα να εξελίσσει το ύφος του, να αναδομεί με τόλμη τα κατακτημένα καλλιτεχνικά του σχήματα. Το νέο υλικό που θα προκύψει μπορεί να διακρίνεται από ρευστότητα και αβεβαιότητα, αλλά εξαιτίας αυτών των ιδιοτήτων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ουσιαστικά πειραματικό.

Έτσι, λοιπόν, όταν στη σελίδα των Pacific Horizons στο Soundcloud, ως "ταγκάρισμα" σε ένα preview της νέας τους δουλειάς, εμφανίστηκε το περίεργο σύνθετο «balerostep», αμέσως υπέθεσα πως η μπάντα από την Καλιφόρνια θα έβαζε τα δυνατά της για να ανοίξει τον ήχο της σε νέες, ανεξερεύνητες περιοχές. Και πράγματι, οι κάμποσες ακροάσεις του νέου τους EP επιβεβαίωσαν αυτή μου την υπόθεση. Με απαραίτητα θεμέλια το ψάξιμο και την εγκεφαλικότητα, οι Pacific Horizons εξελίσσουν τον ήχο τους, επιβεβαιώνοντας τη ρευστή και περιπετειώδη ταυτότητα της μουσικής τους.  


Το EP, όπως και τα προηγούμενα, αποτελείται από δύο εκτενείς σε διάρκεια συνθέσεις που πιάνουν αντίστοιχα τις δυο πλευρές του δωδεκάιντσου βινυλίου. Η πρώτη τιτλοφορείται Witches Of Castanenda. Οι φίλοι των Pacific Horizons δεν θα εκπλαγούν από την αναφορά στο χώρο του αποκρυφισμού, μέσω του ονόματος του Carlos Castanenda, καθώς τέτοιες αναφορές έχουμε δει και σε προηγούμενες κυκλοφορίες τους. Το κομμάτι είναι κατά κάποιο τρόπο αφιερωμένο στην πιο σκοτεινή πλευρά του γνωστού συγγραφέα, πιο συγκεκριμένα σε μια ομάδα γυναικών, οι οποίες προς το τέλος της ζωής του συνδέθηκαν μαζί του ως μαθήτριες και ερωμένες. Δημοσιεύματα και φήμες της εποχής που τα γεγονότα συνέβησαν, αλλά και μεταγενέστερα κείμενα, όπως αυτό που εντόπισα στο διαδίκτυο, κάνουν λόγο για χειραγώγηση των γυναικών από τον Castanenda. Η αρνητική τροπή και το μυστήριο της όλης υπόθεσης κορυφώθηκε, όταν οι γυναίκες, μετά τον θάνατο του ίδιου του Castanenda το 1998, εξαφανίστηκαν. Τρεις από τις πέντε εξαφανισθείσες, οι οποίες και είχαν πιο στενή σχέση με τον μέντορά τους, ονομάστηκαν «μάγισσες του Castanenda». Τα οστά της μίας βρέθηκαν κάμποσα χρόνια μετά στην περιοχή Death Valley της Καλιφόρνια. Οι υπόλοιπες παραμένουν αγνοούμενες. 


 Για έναν ακροατή που έχει γνώση των παραπάνω γεγονότων, το Witches Of Castanenda μπορεί να θεωρηθεί ως ένας ύμνος, μια μουσική τελετουργία για τις χαμένες μάγισσες. Η ατμόσφαιρα της σύνθεσης είναι υποβλητική και ο τόνος γίνεται ολοένα και πιο επικός. Σε επίπεδο μουσικών ειδών, στο κομμάτι ταιριάζει αρκετά ο χαρακτηρισμός «balerostep», καθώς ακούμε απόηχους τόσο του παλιού balearic ή acid house απ’ τα τέλη των 80s - αρχές 90s, όσο και του ευρύτερο bass ήχου. 

Το κομμάτι ξεκινά με μια κυρίαρχη μελωδία στο πιάνο, που συνοδεύεται από τον κλασικό house ρυθμό στα 4/4, ο οποίος όμως διανθίζεται με dubstep φιοριτούρες. Παράλληλα, η παρουσία της ψυχεδέλειας είναι αισθητή όπως και ένα electropop/darkwave στοιχείο. 


Το κομμάτι έχει μια πολύ στρωτή εξέλιξη, καθώς μελωδία και ρυθμός μπλέκονται αρμονικά, αλλά το πιο ενδιαφέρον και αναπάντεχο είναι πως στα τελευταία του λεπτά έχουμε μια υπέροχη κορύφωση, ένα κρεσέντο, κάτι που στην παρουσίαση ενός προηγούμενου EP της μπάντας από αυτό εδώ το blog είχε εντοπιστεί ως έλλειψη και ζητούμενο: το beat γίνεται επιθετικότερο, ένα βαρύ techno synth εισάγεται, μαζί με ανήσυχα κρουστά, ενώ το πιάνο πυροβολεί με θυμωμένα ακόρντα. 


Τη δεύτερη πλευρά του EP καλύπτει το κομμάτι A Prayer For Santa Ana, μια σύνθεση πιο χαμηλόφωνη, η οποία όμως δε στερείται πειραματισμού. Ξανά το πιάνο κυριαρχεί σε ένα κλασικό deep house μοτίβο, εμπλουτισμένο με απόκοσμα ambient πλήκτρα, αλλά και με ηλεκτρικούς κιθαριστικούς αρπισμούς, οι οποίοι κλέβουν κάτι από ψυχεδελικό ροκ, κάτι από flamenco. To dubstep στοιχείο για ακόμα μια φορά υφέρπει, ενώ στο τέλος του κομματιού ακούμε και tribal κρουστά. Το κλείσιμο είναι απόλυτα σύμφωνο με την κατανυκτική ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει μια προσευχή: ένα εφέ ξεκινήματος καταιγίδας και άνθρωποι που μιλάνε σε χαρούμενο τόνο, αλλά σε μια ακατάληπτη γλώσσα, μάλλον αποτέλεσμα "πειράγματος" της αρχικής ηχητικής πηγής. 


Οι Pacific Horizons επιθυμούν να μας πούνε ιστορίες ή, καλύτερα, να μοιραστούν τα συναισθήματα που ιστορίες, τόποι, εικόνες και μύθοι τους προκαλούν. Τελικά, δημιουργούν χορευτική ηλεκτρονική μουσική που θα ταίριαζε σε ένα νυχτερινό πάρτυ, παρόμοιο με μια σαμανική τελετουργία, μια εμπειρία που, όπως και μια φρέσκια καλλιτεχνική προσέγγιση, θ’ άλλαζε την αντίληψη όσων θα συμμετείχαν. Για αυτό τον λόγο αξιοποιούν στοιχεία της παράδοσης του αποκρυφισμού, ειδικά στους τίτλους και στο artwork των κυκλοφοριών τους. Μάλιστα, σε ένα κλίμα γνήσιου μυστικιστικού συμβολισμού, κάνουν και ενδιαφέροντες υπαινιγμούς για τους πιο προσεκτικούς ακροατές ή και "αναγνώστες" τους. Όσοι, για παράδειγμα, προμηθευτείτε το βινύλιο, για ρίξτε μια προσεκτική ματιά στον δίσκο κάτω από δυνατό φως…



 Στην επόμενη ανάρτηση θα έχουμε μια αγγλική μετάφραση της παρουσίασης του EP, ώστε να το διαβάσουν και να σχηματίσουν γνώμη και τα ίδια τα μέλη της μπάντας.

 εικόνα τίτλου: Frantisek Drtikol, Wave or Dark Waves (1926-27)