«Οι πολιτείες σου τραγουδάνε βαθιά...»
Το δεύτερο άλμπουμ των Eziak, No Place Land, αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα της εγχώριας δισκογραφίας, καθώς στην ουσία προτείνει διεξόδους σε δύο καίριους προβληματισμούς της ελληνικής σκηνής. Ο πρώτος αφορά την παραγωγή μουσικής σε πόλεις εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Οι Eziak μας έρχονται από τη Χαλκίδα και καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα άλμπουμ, το οποίο ανταγωνίζεται άνετα δουλειές που εκπονούνται όχι μόνο από τα δύο κέντρα της πολιτισμικής μας ζωής, αλλά και από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Εννοείται ότι η μπάντα έχει αξιοποιήσει τις δυνατότητες προώθησης που προσφέρει η τεχνολογία, εκπροσωπείται επίσης από την αξιόλογη underground εταιρεία G.O.D. Records, ωστόσο η ποιοτική επιτυχία της δουλειάς της μετριέται κατά βάση με όρους καλλιτεχνικούς.
Ο δεύτερος προβληματισμός έχει να κάνει με το πάντρεμα ανάμεσα στην ελληνική μουσική παράδοση και στις εισαγόμενες τάσεις, κυρίως αυτή του rock. Με έναρξη τα τέλη της δεκαετίας του ’60, οι απόπειρες να συνδυαστούν αυτά τα δύο ρεύματα είναι πολλές, άλλες κρίνονται επιτυχημένες και άλλες ως και γραφικές. Όπως θα δούμε, οι Eziak καταφέρνουν να συγκεράσουν τα «καθ’ ημάς» και τη rock μουσική, με τρόπο παράλληλα σύγχρονο και διαχρονικό.
Στην ουσία, η αποκλειστικά ορχηστρική μουσική πρόταση των Eziak αποτελεί ένα κράμα ανάμεσα στο post-rock και στο psychedelic folk, εμπλουτισμένο με δόσεις από world και jazz. Η «μετά-ροκ» προσέγγιση των Mogwai και των Tortoise συναντά την ψυχεδελική folk των ΗΠΑ, όχι τόσο εκείνη των 60s, όσο την αναβίωση της τελευταίας εικοσαετίας, με καλλιτέχνες όπως οι Charalambides και ο Jim O’ Rourke των Gastr Del Sol. Οι Χαλκιδαίοι παρουσιάζονται εξοικειωμένοι με τις καλύτερες στιγμές τέτοιων μουσικών, με αποτέλεσμα τα θεμελιώδη συστατικά της αφαιρετικότητας και του πειραματισμού να μην αποδυναμώνουν το σύνολο. Σε αυτό βέβαια βοηθάει και η πλούσια ενορχήστρωση και η προσεγμένη δομή των κομματιών: ποικίλα πνευστά και έγχορδα οργανώνονται με μια νοοτροπία αυτοσχεδιαστική αλλά και συμφωνική, που οφείλει πολλά στο progressive rock ιδίωμα. Στο δεκάλεπτο Ocean τα μουσικά θέματα εναλλάσσονται, μπλέκονται και κυλάνε με ένα τρόπο που θυμίζει το Histoires Sans Paroles των Harmonium. Όπως η αριστουργηματική σύνθεση των Harmonium, έτσι και η μουσική των Eziak αποπνέει όχι μόνο εσωστρέφεια και νοσταλγία, αλλά και μια αίσθηση ομορφιάς και συγκίνησης, μια κατάφαση στη ζωή. Αυτή ακριβώς η ψυχολογία σκιαγραφείται περιεκτικά στο πιο «πιασάρικο» κομμάτι της όλης κυκλοφορίας, The War Is Over! και βέβαια τα ίδια συναισθήματα αποτυπώνονται και στο όμορφο εξώφυλλο του άλμπουμ.
Μέσα, λοιπόν, σε όλη αυτή την εκλεκτική προσέγγιση, εμφανίζεται η αεικίνητη ελληνική ταυτότητα. Οι τίτλοι των δύο τελευταίων συνθέσεων είναι χαρακτηριστικοί: Tymfi και Tzamala. «Τύμφη» είναι το όνομα ενός άγριου βουνού της Ηπείρου, στο οποίο βρίσκεται μία από τις περίφημες Δρακόλιμνες, ενώ «Τζαμάλες» ονομάζονται οι φωτιές που ανάβουν παραδοσιακά στα Γιάννενα την Κυριακή της Αποκριάς. Προκειμένου οι Eziak να αναπαραστήσουν την παγανιστική ατμόσφαιρα που κουβαλάν αυτά τα ονόματα δίνουν κάτι πιο σκοτεινό και αρχέγονο στη μουσική τους: στο μεν Tymfi καταφεύγουν στο avant-garde, στο δε Tzamala στρέφονται στην ηπειρώτικη παράδοση. Κι αυτή η στροφή διακρίνεται από έμπνευση και ουσία, φέρνοντας στο νου, περισσότερο από το πρόσφατο παράδειγμα των V.I.C., στιγμές κορυφαίες, όπως το Mountains των Socrates Drank The Conium και τον Μπάλλο του Διονύση Σαββόπουλου.
Τελικά, οι Eziak με το No Place Land κατορθώνουν να δώσουν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ελληνικά άλμπουμ των τελευταίων ετών, αποδεικνύοντας πως οι πρωτοπορίες καμιά φορά έρχονται από την επαρχία. «Οι πολιτείες σου τραγουδάνε βαθιά» έγραφε ο ασυμβίβαστος Γιάννης Σκαρίμπας ο οποίος –μην το ξεχνάμε– είχε δέσει τη ζωή του με τη Χαλκίδα, την πολιτεία των Eziak.
Αυτή η παρουσίαση αρχικά δημοσιεύτηκε στο Progrocks.gr, συνοδευόμενο από μια ακόμα γνώμη, αυτή του Παναγιώτη Σταθόπουλου.
Εικόνα: Χαλκίδα, 1903 (πηγή)