Η σχέση μου με το ελληνικό λαϊκό τραγούδι ξεκίνησε στα πρώτα φοιτητικά έτη κι από τότε η παρουσία του στα ακούσματά μου είναι πότε αδύναμη, πότε πιο ισχυρή, καθώς έρχεται ταυτόχρονα σε αλληλεπίδραση και σύγκρουση με άλλα είδη, κυρίως ξένης μουσικής. Έτσι, με το πέρασμα των χρόνων, η αντίληψή μου για αυτό, έχει διαφοροποιηθεί και εξελιχθεί, δεχόμενη πολλές επιδράσεις, η αναφορά στις οποίες άνετα καλύπτει ένα ολόκληρο άρθρο. Πλέον, το ελληνικό λαϊκό τραγούδι με ενδιαφέρει ως ένα κομμάτι μίας ευρύτερης λαϊκής μουσικής παράδοσης η οποία απλώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, φέρνοντας κοντά ανθρώπους διαφορετικών τόπων, πολιτισμών και κοινωνικών ομάδων.
Επομένως, από τον καιρό της πρώτης νεότητας ψάχνω αξιομνημόνευτα λαϊκά τραγούδια, μια αναζήτηση η οποία στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, και με την ευκολία που παρέχει το διαδίκτυο, έχει γίνει πιο εντατική και βαθιά. Αλλά, το πιο πρόσφατο τραγούδι που με ενθουσίασε το άκουσα ζωντανά, στη συναυλία που διοργάνωσαν στις 10 Σεπτεμβρίου, στο Βόλο ο Μικρασιατικός Πολιτιστικός Σύλλογος Ίωνες, με τη συμμετοχή της Εστουδιαντίνας της Νέας Ιωνίας και του Γιώργου Νταλάρα. Όπως και οι περισσότεροι – πιστεύω - αναγνώστες αυτής της ανάρτησης, έτσι κι εγώ έχω αρκετές ενστάσεις σχετικά με τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη. Κι όμως, σε αυτή τη συναυλία, η οποία ήταν αφιερωμένη στην προσφυγιά και τη μετανάστευση, ο Νταλάρας τραγούδησε το Το Ψωμί της Ξενητειάς, ένα τραγούδι που πρωτοείπε ο Στέλιος Καζαντζίδης και στην εποχή της κυκλοφορίας του έγινε μεγάλη επιτυχία. Βέβαια, η αφεντιά μου που ανήκει σε μια νεότερη γενιά, το άκουγε πρώτη φορά.
Το Ψωμί της Ξενητειάς λοιπόν, κυκλοφόρησε ως single το 1969 κι έπειτα συμπεριλήφθηκε στο πολύ καλό full-length αλμπουμ του Στέλιου Καζαντζίδη, Ένα Γράμμα (1970). Η μουσική έχει γραφτεί από τον Ιωάννη Βασιλόπουλο, ενώ οι στίχοι από τον Παύλο Ζεμανίδη και τον Ευάγγελο Ατραΐδη, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πριν λίγους μήνες σε ηλικία 84 ετών. Ο Γιώργος Νταλάρας το ξανατραγούδησε στο άλμπουμ συνεργασίας του με τη Γιώτα Λύδια, Καλημέρα Κυρία Λύδια (1984), ενώ παράλληλα αποτελεί συχνή επιλογή στις ζωντανές του εμφανίσεις. Επίσης, μια ωραία εκδοχή του έχει παρουσιάσει και ο Πασχάλης Τερζής, καθώς και πιο πρόσφατα η Πάολα, σκηνικό που θα σχολιαστεί στη συνέχεια…
Στη σημερινή εποχή, Το Ψωμί της Ξενητειας σίγουρα ακούγεται ρετρό και, σε στιχουργικό επίπεδο παρουσιάζει τη μετανάστευση με έναν μελό και «ξανθοπουλικό» τρόπο. Ωστόσο, ανήκει σε αυτή την κατηγορία τραγουδιών και ευρύτερα καλλιτεχνικών έργων, στα οποία η έννοια της πατρίδας καταγράφεται θετικά και συγκινησιακά, χωρίς ίχνος εθνικισμού. Επίσης, η μελωδική γραμμή του συγκεκριμένου τραγουδιού, αν και αναμφίβολα στερεοτυπική, είναι βαθιά ριζωμένη στην παράδοση της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, όπως και ο χορευτικός του ρυθμός ανακαλεί μνήμες γλεντιών από την Κωνσταντινούπολη ως το Βελιγράδι και από την Αθήνα ως το Αλγέρι. Έτσι, σε αυτό το τραγούδι μπορεί να βρει αναφορά κάθε άνθρωπος που μεταναστεύει και νοσταλγεί τον τόπο του.
Οπότε, το Ψωμί της Ξενητείας έχει την σφραγίδα του μεγάλου λαϊκού τραγουδιού, καθώς επίσης αποδόθηκε από τον σημαντικότερο και πιο επιδραστικό Έλληνα λαϊκό τραγουδιστή, τον Στέλιο Καζαντζίδη. Βέβαια, προσωπικά – κι αμαρτία εξομολογημένη, δεν είναι αμαρτία- προτιμώ την απόδοση του Νταλάρα: η ενορχήστρωση είναι πιο πλούσια, η παραγωγή πιο προσεγμένη, ενώ τα γνωστά φωνητικά γυρίσματα του Νταλάρα ταιριάζουν γάντι στη μελωδία και τον ρυθμό του τραγουδιού.
Και το ούτι στο κλείσιμο, όλα τα λεφτά:
Τώρα, ας περάσουμε στη διασκευή της Πάολας.
Η Πάολα παρουσίασε το συγκεκριμένο τραγούδι σε μία πιο αργή, ακουστική εκδοχή, συνοδευόμενη μονάχα από πιάνο, πριν λιγότερο από ένα χρόνο, στην τηλεοπτική εκπομπή Στην Υγειά Μας. Χάρη σε τέτοιες κινήσεις, η Πάολα για μία μεγάλη μερίδα ακροατών, ξεφεύγει από τα όρια του λεγόμενου ελληνάδικου και προσεγγίζει το αληθινό λαϊκό τραγούδι και τις μεγάλες γυναικείες λαϊκές φωνές το παρελθόντος. Εγώ πάλι θεωρώ ότι η συγκεκριμένη διασκευή χρυσώνει το σκυλάδικο χάπι και αποτελεί ένα μέσο ώστε να αποκτήσει καλλιτεχνική άξια ένα στιλ τραγουδιού που δεν έχει τα φόντα για αυτή. Δεν αμφιβάλλω ότι η Πάολα τραγούδησε με συναίσθημα, αλλά η όλη αισθητική του τραγουδιού είναι χαμηλή, με μία προσποιητή συγκίνηση και μελαγχολία. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρωτότυπη εκδοχή συνδυάζει το παράπονο στον στίχο με μια χορευτική μουσική˙ αυτός ο αντιφατικός συνδυασμός αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του λαϊκού τραγουδιού, το οποίο έχει κληρονομήσει από την παραδοσιακή μουσική.
Συμπερασματικά, τραγούδια όπως το Ψωμί της Ξενητειάς μας βοηθάνε ώστε να ξεχωρίσουμε και να απολαύσουμε το ανόθευτο λαϊκό τραγούδι, απαλλαγμένοι τόσο από τις παρωπίδες της «υψηλής κουλτούρας», όσο και από τις ψευδαισθήσεις μία επίπλαστης λαϊκότητας, η οποία κρύβει καλά τον λαϊκισμό της. Βέβαια, ο εντοπισμός αυτού του γνήσιου λαϊκού είδους στη τρέχουσα ελληνική μουσική σκηνή σίγουρα εγείρει έναν μεγάλο και πολυδιάστατο προβληματισμό…
Εικόνα