26/7/19

Προς τους πτωχούς ακροατάς...


Πριν ξεκινήσω να παραθέτω τις σκέψεις μου, ας τις περιχαρακώσω σε ένα πλαίσιο αυστηρής – ελπίζω- αυτοκριτικής: πιθανώς λόγω ηλικίας και μιας σχετικής εμπειρίας στην ακρόαση μουσικής, μπορεί τα γούστα μου πλέον να κινούνται προς τη συντήρηση και τη φοβικότητα, ακόμα. Προσπαθώ να μην εξοκείλω σε μια τέτοια γεροντίστικη και σε μεγάλο βαθμό ελιτίστικη νοοτροπία, αλλά με εμάς τους πτωχούς ακροατάς, πότε δεν ξέρεις…

Από τότε που ήμουν έφηβος ως και σήμερα, ακούω μουσική με ενθουσιασμό, αλλά σπάνια με πρόγραμμα, π.χ. να αφιερωθώ στους θεωρητικά σημαντικότερους καλλιτέχνες του τάδε είδους. Ωστόσο, αυτή η χαοτική, θα έλεγα, ακρόαση με οδηγεί στο συμπέρασμα πως, και κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, κυκλοφορεί πραγματικά αξιόλογη μουσική. Σκεφτείτε τις αλληλεπιδράσεις που φέρει η παγκοσμιοποίηση του πολιτισμού ή την απελευθέρωση που έχει φέρει το διαδίκτυο, παράγοντες θετικοί για κάθε τέχνη, άρα και για τη μουσική.  Έτσι, στη διάρκεια των τελευταίων 3-4 ετών έχουμε, λόγου χάρη, την άνθιση της UK jazz, συμπεραίνοντας πως και πάλι η Γηραιά Αλβιόνα δίνει το σύνθημα της ανανέωσης.


Αλλά, παράλληλα με την καλή μουσική, δυστυχώς κυκλοφορούν και στοίβες μουσικής που είναι από μέτρια ως πολύ πολύ κακή. Βέβαια, θα μου πείτε πως το μουσικό γούστο είναι υποκειμενικό, οπότε τι σημαίνει «κακή μουσική»; Θα εξηγηθώ.

Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως σε δύο είδη που έχουν έρθει με φόρα από το underground, αλλά φυσικά έχουν εμπορικοποιηθεί στο έπακρο: το hip hop και η ηλεκτρονική. Ενώ η ανεξάρτητη ή ακόμα και underground σκηνή αυτών των δύο ειδών παραμένει φρέσκια και δημιουργικότατη, παρόλα αυτά προωθούνται ακόμα και αθλιότητες, όχι μόνο σε εμπορικό επίπεδο, αλλά και ως ιδιοφυή καλλιτεχνικά έργα. Βέβαια έτσι κινείται ευκολότερα το χρήμα των δισκογραφικών.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το trap. Καθώς βολτάρω στον Βόλο, μια επαρχιακή πόλη 150.000 κατοίκων, βλέπω στις γειτονιές εφήβους με τα κινητά ανά χείρας να ακούνε trap. Οπότε, στον αγώνα μου να ακολουθήσω τους νέους (!) και γενικότερα να αντιληφθώ τις πιο σύγχρονες τάσεις, προσπάθησα να κατανοήσω και την trap σκηνή. Αν και θεωρώ πως έπιασα αρκετά τους αισθητικούς της κώδικες και ανακάλυψα κάποια καλά τραγούδια, κατέληξα στο ότι η σκηνή αυτή είναι, ως ένα μεγάλο βαθμό, μια κατασκευή των δισκογραφικών. Μπορεί να έχει γερές underground βάσεις (βλ. τον μεγάλο DJ Screw), αλλά τα παροδικά hits που αλλάζουν κάθε μήνα έχουν απομακρυνθεί πολύ απ’ αυτές. 


Έπειτα, το πολύπλευρο revival από είδη τα οποία εκτείνονται από τα 30s ως τα 90s πνίγει την τρέχουσα μουσική έκφραση. Ας το πούμε απλά: το γνήσιο προπολεμικό swing, το γνήσιο 60s-70s ψυχεδελικό και προοδευτικό ροκ, το γνήσιο electropop της δεκαετίας του '80 - για να φέρω κάποια παραδείγματα- θα είναι πάντα ανώτερα από τις τρέχουσες μεταμοντέρνες αντιγραφές τους. 

Τέλος, κάποια μουσικά ιδιώματα που στο παρελθόν είχαν δείξει εξαιρετικά δείγματα γραφής έχουν βυθιστεί στο τέλμα. Στο νου μου φυσικά έχω το post-rock. Το μόνο πραγματικά νεωτερικό (ευρύτερα) post-rock άλμπουμ που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια είναι το ντεμπούτο των Public Service Broadcasting.


Το πρόβλημα δεν είναι αμιγώς καλλιτεχνικό, αλλά και ευρύτερα κοινωνικοπολιτικό. Σε έναν κόσμο που μαστίζεται από τις οικονομικές ανισότητες, τη βία, τις προκαταλήψεις, τη θρησκοληψία και τη στροφή στην ακροδεξιά και τον ακραίο εθνικισμό, ένα μεγάλο μέρος της μουσικής σκηνής που λογαριάζεται ως εναλλακτική φροντίζει να κοιμίζει το κοινό σε μια ψευδαίσθηση indie αισθητικής, χλιδάτης pop art, μοδάτου underground και επιφανειακής πολιτικοκοινωνικής κριτικής. Επομένως, η δήθεν εναλλακτική σκηνή αποτελεί το δεκανίκι της πολιτισμικής ηγεμονίας (για να θυμηθούμε και λίγο Gramsci) της εμπορικής ποπ σκηνής, η οποία με τη σειρά της είναι εποικοδόμημα  ή –αν θέλετε- έκφραση μιας κυριαρχίας που ξεκινά από το οικονομικό πεδίο για να απλωθεί στο πολιτικό και στο πολιτιστικό. 

Το ίδιο συνέβαινε άραγε και στα ‘70s; Το αποκλείω, μιας και η μουσική βιομηχανία τότε άρχισε να αποκτά τα σύγχρονα χαρακτηριστικά της. Μήπως στα 80s ή στα 90s; Για να απαντηθούν τέτοιες ερωτήσεις, χρειάζεται να σκάψουμε βαθιά στην κουλτούρα και στις νοοτροπίες αυτών των δεκαετιών.

Πάντως, ό,τι και να λέει η πλειονότητα των μουσικοκριτικών, η αλήθεια βρίσκεται στο underground: εκεί πλάθονται όλες οι νέες μουσικές τάσεις. Αλλά, ποιος μπορεί να το παρακολουθεί με συνέπεια, καθώς οι κυκλοφορίες πλέον είναι αμέτρητες και τα κυρίαρχα κανάλια προώθησης κλεισμένα από το mainstream; Άρα τι μένει για μας τους πτωχούς ακροατάς; Ανοιχτά μα επιλεκτικά αυτιά και μυαλά.