Τελευταίες μέρες για το 2011, μια χρονιά που όπως και να το κάνουμε– μας παίδεψε κάμποσο. Δύσκολο λοιπόν το έτος που μας αποχαιρετά, αλλά ο πολιτισμός και η τέχνη δεν έπαψαν σε όλη τη διάρκειά του να δίνουν δυνατό παρόν. Έτσι και στο μικρό σύμπαν της μουσικής, τα πράγματα για το 2011 δεν πήγαν κι άσχημα, ειδικά όσο αναφορά την παγκόσμια σκηνή. Μέσα στην απροσμέτρητη παραγωγή νέας μουσικής, εμφανίστηκαν καλλιτέχνες και συγκροτήματα, αλλά και κυκλοφόρησαν άλμπουμ που τράβηξαν την προσοχή της Εκπομπής που ψάχνει τίτλο. Έτσι σκέφτηκα όπως και πέρσι, έτσι και φέτος, να μοιραστώ αυτές τις επιλεγμένες κυκλοφορίες μαζί σας, αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο το δικό μου δώρο για τις γιορτές.
Το 2011 ήταν η χρονιά που ενδυνάμωσα τις σχέσεις μου με τον ηλεκτρονικό ήχο. Αρκεί να σκεφτείτε πως κάποιες στιγμές αναρωτιόμουν γιατί τόσα χρόνια, παράλληλα με το ροκ, δεν είχα κάνει ένα καλό focus στην electronica. Έτσι, κατά κύριο λόγο βούτηξα στο παρελθόν αυτής της μουσικής, πότε ψάχνοντας τους πρωτοπόρους Γερμανούς της kraurock σκηνής των 70s, πότε τη σημαντική για την electronica δεκαετία του 90, χωρίς όμως να παραλείψω την αρχικά παρεξηγημένη και πρόσφατα αναβιωμένη δεκαετία του 80. Παράλληλα όμως με τις μουσικές ιστορικές αναδρομές, ξεχώρισα κάμποσα φετινά δυνατά άλμπουμ από τον χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής.
Λίγο πιο πάνω έγραψα για το όλο revival της δεκαετίας του 80, με όρους όπως italodisco, nu disco, balearic να δίνουν και να παίρνουν. Για να είμαστε ακριβείς, όλη αυτή η τάση ήταν πολύ στα πάνω της πριν τέσσερα-πέντε χρόνια, αλλά τα τελευταία δύο δείχνει να παγιώνεται και να ωριμάζει. Προς αυτή λοιπόν την κατεύθυνση κινείται και το project Locussolus του DJ Harvey, που δίνει και τον τίτλο στο ομώνυμο άλμπουμ. Ο DJ Harvey βρίσκεται ήδη κοντά εικοσιπέντε χρόνια στη μουσική και μετά από κάποια σκόρπια EPs αλλά και πολύ επιλεγμένες συνεργασίες, το Locussolus αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική του δουλειά. House, disco, funk, μπλέκονται αριστοτεχνικά, ενώ η dance electronica εμπλουτίζεται με μια ψυχεδελική, trippy αισθητική που θυμίζει τις κυκλοφορίες καλλιτεχνών όπως οι Chemical Brothers. Στα plus και τα remixes από Lindstrom & Prins Thomas, Andrew Weatherall και Emperor’s Machine. Τέλος, σαν τον καλύτερο οιωνό, την μουσική πρόταση του Locussolus αγκαλιάζει μια θετικά εννοούμενη τρέλα, μια δυνατή αισιοδοξία.
Με ένα τρόπο κοντά στο στιλ του DJ Harvey βρίσκεται και μια πολύ νέα μπάντα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ονομάζονται Pacific Horizons και μέσα στο 2011 κυκλοφόρησαν το τρίτο τους EP με τίτλο Beaches Of The Black Sea. Πριν κανένα μήνα, είχα αναλυτικά παρουσιάσει αυτή τη δουλειά, αλλά ας γράψουμε και εδώ δυο λόγια: το ep αποτελείται από δύο μεγαλόπνοες συνθέσεις, όπου η προοδευτική ψυχεδέλεια των Pink Floyd συναντάει την όχι λιγότερο ταξιδιάρικη electronica των Leftfield. Όπως γράφει και ένα πολύ καλό blog “the sort of thing you’ll hear on a mix in a six months and wonder why you didn’t buy it” (πηγή). Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, οι Pacific Horizons ίσως αποτελούν την απόλυτη μουσική πρόταση για το 2011. Τσεκάρετε και τα τρία EP τους.
Βέβαια, και άλλοι καλλιτέχνες βρίσκονται στα φαβορί της χρονιάς˙ ανάμεσα σ’ αυτούς και ο Ernest Greene, γνωστότερος με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο: Washed Out. O Washed Out έκανε το full-length ντεμπούτο του με τον τίτλο Within Or Without. Και για αυτό το άλμπουμ έχουμε γράψει, αλλά δε γίνεται να μην συμπεριληφθεί και σε αυτό το κείμενο. Μια καταπληκτική και ώριμη δουλειά, οι περισσότεροι ακροατές, αλλά και μουσικοκριτικοί τη συνδυάζουν με την ατμόσφαιρα του καλοκαιριού˙ εγώ πάλι θα έλεγα πως η μουσική του Washed Out ταιριάζει μια χαρά, ας πούμε, σε ένα χαλαρό χειμωνιάτικο απόγευμα.
Ο Lovelock (Steve Moore) επιμελήθηκε ένα φοβερό remix από το Eyes Be Closed. Χωρίς αμφιβολία ένα από τα καλύτερα τραγούδια της χρονιάς.
Αλλά, ωραίες chill μουσικές μας προσφέρει και το πρώτο άλμπουμ του ντουέτου Almunia από την γειτονική Ιταλία, με τίτλο New Moon. O Leonardo Ceccanti στις κιθάρες και ο Gianluca Salvadori στα ηλεκτρονικά φτιάχνουν δίσκο γεμάτο με ρεμβαστική και συναισθηματική μουσική, η οποία όμως πάντα παραμένει cool. Μελωδικότατες και καλοπαιγμένες ηλεκτρικές κιθάρες που θυμίζουν Floyd, συναντάνε χαλαρά beats και ambient ηχοτοπία αλά Tangerine Dream.
Βέβαια, το κατεξοχήν chill out άλμπουμ του 2011 ανήκει στους Coyote. Μπορεί να μας έρχονται από την Αγγλία, αλλά αν ακούσετε το τελευταίο τους δισκογραφικό πόνημα Half Man, Half Coyote, θα σας δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ζουν σ’ ένα ήσυχο και ζεστό νησί της Μεσογείου. Το άλμπουμ ξεκινά με αφαιρετική, αλλά και μελωδική dub, περνάει σε μια σκονισμένη ανάμνηση balearic disco, για να καταλήξει σε βαθιά downtempo και ambient μονοπάτια. Αν είστε φαν της χαλαρής, χαμηλών τόνων electronica, στο Half Man Half Coyote θα βρείτε έναν σίγουρο φίλο.
Κοντά σε ύφος και κατεύθυνση με τις προαναφερθείσες κυκλοφορίες και τα singles Sir John των White Elephant και Birds των Torn Sail. Και τα δύο κομμάτια συγκαταλέγονται με βεβαιότητα στα καλύτερα της χρονιάς.
Βέβαια, το κατεξοχήν chill out άλμπουμ του 2011 ανήκει στους Coyote. Μπορεί να μας έρχονται από την Αγγλία, αλλά αν ακούσετε το τελευταίο τους δισκογραφικό πόνημα Half Man, Half Coyote, θα σας δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ζουν σ’ ένα ήσυχο και ζεστό νησί της Μεσογείου. Το άλμπουμ ξεκινά με αφαιρετική, αλλά και μελωδική dub, περνάει σε μια σκονισμένη ανάμνηση balearic disco, για να καταλήξει σε βαθιά downtempo και ambient μονοπάτια. Αν είστε φαν της χαλαρής, χαμηλών τόνων electronica, στο Half Man Half Coyote θα βρείτε έναν σίγουρο φίλο.
Κοντά σε ύφος και κατεύθυνση με τις προαναφερθείσες κυκλοφορίες και τα singles Sir John των White Elephant και Birds των Torn Sail. Και τα δύο κομμάτια συγκαταλέγονται με βεβαιότητα στα καλύτερα της χρονιάς.
Όμως τη φρέσκια και εμπνευσμένη electronica για το 2011 εκπροσωπεί επάξια και μία μπάντα από την Ελλάδα. Οι Keep Shelly In Athens, όπως και οι Afrodite’s Child πολύ παλιότερα, επιβεβαιώνουν με τον καλύτερο τρόπο το ρητό: ουδείς προφήτης στον τόπο του. Το ντουέτο από την Κυψέλη της Αθήνας, πρώτα το ανακάλυψαν blog και ιστοσελίδες του εξωτερικού και μετά έγιναν γνωστοί και στους ανήσυχους φίλους της μουσικής στην Ελλάδα.
Αλλά, οι Keep Shelly In Athens φέτος ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Προφανώς πιστοί στην λογική του underground δεν κυκλοφόρησαν full-length άλμπουμ, αλλά δεν αυτό δεν σημαίνει ότι επαναπαύτηκαν. Αντίθετα, στρώθηκαν στη δουλειά και μας πρόσφεραν τρία EPs: Hauntin’ Me, Our Own Dream, Campus Martius. Πλέον το προσωπικό τους καλλιτεχνικό ύφος έχει εξελιχθεί κατά πολύ, η δομή των τραγουδιών έχει γίνει πιο σύνθετη με αναφορές σε downtempo και trip hop, αλλά και chillwave, dubstep… τελικά ό,τι ταιριάζει στην αισθητική και το γούστο τους.
Παράλληλα το αθηναϊκό ντουέτο έκανε το μεγάλο βήμα με μια περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εγώ πάντως είμαι σίγουρος ότι μέσα στη νέα χρονιά θα ακούσω πολλές φορές τα EPs τους, το ίδιο προτείνω να κάνετε κι εσείς.
Αλλά, οι Keep Shelly In Athens φέτος ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Προφανώς πιστοί στην λογική του underground δεν κυκλοφόρησαν full-length άλμπουμ, αλλά δεν αυτό δεν σημαίνει ότι επαναπαύτηκαν. Αντίθετα, στρώθηκαν στη δουλειά και μας πρόσφεραν τρία EPs: Hauntin’ Me, Our Own Dream, Campus Martius. Πλέον το προσωπικό τους καλλιτεχνικό ύφος έχει εξελιχθεί κατά πολύ, η δομή των τραγουδιών έχει γίνει πιο σύνθετη με αναφορές σε downtempo και trip hop, αλλά και chillwave, dubstep… τελικά ό,τι ταιριάζει στην αισθητική και το γούστο τους.
Παράλληλα το αθηναϊκό ντουέτο έκανε το μεγάλο βήμα με μια περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εγώ πάντως είμαι σίγουρος ότι μέσα στη νέα χρονιά θα ακούσω πολλές φορές τα EPs τους, το ίδιο προτείνω να κάνετε κι εσείς.
Βέβαια, από μια ανασκόπηση του 2011 γύρω από την ηλεκτρονική μουσική δεν θα μπορούσε να λείψει και η καθαρόαιμη ambient. Έτσι λοιπόν, ένα τρίο νέων μουσικών ακολουθεί τους δρόμους που άνοιξαν ο Klaus Schulze και ο Brian Eno. Οι S U R V I V E κυκλοφόρησαν το δεύτερο LP τους με τον αλλόκοτο τίτλο LT019, το οποίο μπορείτε να κατεβάσετε πληρώνοντας κάτι ελάχιστο από το bandcamp. Οι S U R V I V E δημιουργούν σκοτεινή ambient, στοιχειωμένη από krautrock και industrial φαντάσματα. Μουσική για τους λίγους και εκλεκτούς πιστούς του πειραματισμού.
Τελευταία από τις κυκλοφορίες του ηλεκτρονικού ήχου που με εντυπωσίασαν μέσα στο 2011, άφησα το ντεμπούτο άλμπουμ του SBTRKT. Η μουσική του Aaron Jerome, όπως είναι το πραγματικό όνομα του SBTRKT, ανήκει στο ολοένα και διασημότερο είδος του dubstep. Δεν είμαι και ο ειδικότερος για dubstep, αλλά ακούγοντας το συγκεκριμένο άλμπουμ, απόλαυσα διαμαντάκια καλοφτιαγμένης soulful και ελαφρά χορευτικής electronica.
Πριν κλείσουμε τη βόλτα μας από τον ηλεκτρονικό ήχο, δεν μπορούμε να μη κάνουμε έστω μια αναφορά σε πολύ καλά άλμπουμ που κυκλοφόρησαν παλιότεροι, αλλά αγαπημένοι καλλιτέχνες. O Moby με το Destroyed και ο DJ Shadow με το The Less You Know, The Better αποδείχτηκαν αντάξιοι της φήμης τους, καθώς δείχνουν να εντάσσουν στην τέχνη τις νεότερες τάσεις, χωρίς να ξεχνούν το προσωπικό τους ύφος. Από κοντά και οι Thievery Corporation με τo χαμηλόφωνο, αλλά πάντα πολιτικό Culture Of Fear, από το οποίο τουλάχιστο το ομώνυμο τραγούδι έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα και δύναμη. Τέλος, ένα νέο γκρουπ άμεσα επηρεασμένο από τον χαρακτηριστικό ήχο των Thievery είναι και οι Second Sky, των οποίων το άλμπουμ The Art Of Influence άφησε πολύ καλές εντυπώσεις.
Τελευταία από τις κυκλοφορίες του ηλεκτρονικού ήχου που με εντυπωσίασαν μέσα στο 2011, άφησα το ντεμπούτο άλμπουμ του SBTRKT. Η μουσική του Aaron Jerome, όπως είναι το πραγματικό όνομα του SBTRKT, ανήκει στο ολοένα και διασημότερο είδος του dubstep. Δεν είμαι και ο ειδικότερος για dubstep, αλλά ακούγοντας το συγκεκριμένο άλμπουμ, απόλαυσα διαμαντάκια καλοφτιαγμένης soulful και ελαφρά χορευτικής electronica.
Πριν κλείσουμε τη βόλτα μας από τον ηλεκτρονικό ήχο, δεν μπορούμε να μη κάνουμε έστω μια αναφορά σε πολύ καλά άλμπουμ που κυκλοφόρησαν παλιότεροι, αλλά αγαπημένοι καλλιτέχνες. O Moby με το Destroyed και ο DJ Shadow με το The Less You Know, The Better αποδείχτηκαν αντάξιοι της φήμης τους, καθώς δείχνουν να εντάσσουν στην τέχνη τις νεότερες τάσεις, χωρίς να ξεχνούν το προσωπικό τους ύφος. Από κοντά και οι Thievery Corporation με τo χαμηλόφωνο, αλλά πάντα πολιτικό Culture Of Fear, από το οποίο τουλάχιστο το ομώνυμο τραγούδι έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα και δύναμη. Τέλος, ένα νέο γκρουπ άμεσα επηρεασμένο από τον χαρακτηριστικό ήχο των Thievery είναι και οι Second Sky, των οποίων το άλμπουμ The Art Of Influence άφησε πολύ καλές εντυπώσεις.
Πριν περάσουμε στην μεγάλη και ποικίλη κατηγορία των ροκ άλμπουμ της χρονιάς, ας ρίξουμε μια ματιά και στο βασανισμένο hip hop. Το χαρακτηρίζω έτσι, γιατί πράγματι το hip hop έχει περάσει από χίλια κύματα και σκοπέλους, με πιο δύσκολο τον ευτελισμό που έφερε η έντονη εμπορικότητα.
Πάντως η αλήθεια είναι πως τουλάχιστο στη δική μου αντίληψη δεν υπέπεσε κάποιο εκπληκτικό hip hop άλμπουμ μέσα στο 2011. Την καλύτερη εντύπωση μου άφησε η συνεργασία του Kanye West με τον Jay Z στο Watch The Throne. Οι δύο καλλιτέχνες σε αυτή τη δουλειά ως ένα μεγάλο βαθμό άφησαν τον πλούτο, τη χλιδή, τη διασημότητα, καταφέρνοντας να δημιουργήσουν αξιοπρεπές και τίμιο hip hop.
Επίσης ωραίες δουλειές κυκλοφόρησαν και ο Talib Kweli (Gutter Rainbows) και ο Pharaoe Monch (W.A.R.), χωρίς όμως να ξεφύγουν από την πεπατημένη. Βέβαια, ο πρώτος σε συνεργασία με τον Mos Def, ανήγγειλαν με δύο τραγούδια την επιστροφή των θρυλικών Blackstar. Αναμένουμε με αγωνία…
Πάντως η αλήθεια είναι πως τουλάχιστο στη δική μου αντίληψη δεν υπέπεσε κάποιο εκπληκτικό hip hop άλμπουμ μέσα στο 2011. Την καλύτερη εντύπωση μου άφησε η συνεργασία του Kanye West με τον Jay Z στο Watch The Throne. Οι δύο καλλιτέχνες σε αυτή τη δουλειά ως ένα μεγάλο βαθμό άφησαν τον πλούτο, τη χλιδή, τη διασημότητα, καταφέρνοντας να δημιουργήσουν αξιοπρεπές και τίμιο hip hop.
Επίσης ωραίες δουλειές κυκλοφόρησαν και ο Talib Kweli (Gutter Rainbows) και ο Pharaoe Monch (W.A.R.), χωρίς όμως να ξεφύγουν από την πεπατημένη. Βέβαια, ο πρώτος σε συνεργασία με τον Mos Def, ανήγγειλαν με δύο τραγούδια την επιστροφή των θρυλικών Blackstar. Αναμένουμε με αγωνία…
Ως κατακλείδα για την γρήγορη αναφορά στο hip hop, η κυκλοφορία του μεταθανάτιου άλμπουμ του Nujabes, με τίτλο Spiritual State. Ο Γιαπωνέζος παραγωγός δούλευε το συγκεκριμένο άλμπουμ πριν το νήμα της ζωής του κοπεί, οπότε οι συνεργάτες του το ολοκλήρωσαν και το έβγαλαν στο φως. Το Spiritual State δεν το έχω «αγγίξει» ακόμα, καθώς κυκλοφόρησε πριν κανένα δεκαήμερο. Αλλά υπόσχομαι αναλυτικό review.
Η εξερεύνηση στην πλευρά της ροκ μουσικής του 2011 θα ξεκινήσει με ένα αγαπημένο είδος για την Εκπομπή που ψάχνει τίτλο, το post rock. Αμέτρητες οι κυκλοφορίες και φέτος, πάρα πολλά τα νέα γκρουπάκια που καταπιάστηκαν με τον συγκεκριμένο ήχο, χωρίς να λείπουν και οι κυκλοφορίες κάποιων από τα μεγάλα ονόματα.
Έτσι το 2011 σήμανε τη δισκογραφική επιστροφή τόσο των Mogwai, όσο και των Explosions to The Sky. Οι δεύτεροι κυκλοφορήσαν το άλμπουμ με τίτλο Take Care, Take Care προσθέτοντας ακόμα μια πολύ καλή δουλειά στη δισκογραφία τους, χωρίς όμως να προσφέρουν κάτι νέο ή διαφορετικό. Οι fan τους πάντως θα μείνουν και με το παραπάνω ευχαριστημένοι.
Αλλά, οι Mogwai, μετά από κάμποσα μέτρια άλμπουμ, μέσα στο 2011 κυκλοφόρησαν το καταπληκτικό Hardcore Will Never Die, But You Will. Κατά τη δική μου άποψη η καλύτερη δουλειά τους από το Come On, Die Young του 99. Η μπάντα εμφανίζεται φρέσκια και ανανεωμένη, με έναν πιο καθαρόαιμο ροκ ήχο, θα τολμούσα να τον χαρακτηρίσω και πιο πιασάρικο. Βέβαια, ένας τέτοιος χαρακτηρισμός για την μουσική ενός συγκροτήματος που έβαλε τα θεμέλια του post rock πειράματος μπορεί να ακούγεται εκτός τόπου και χρόνου, αλλά κατά την ακρόαση του τελευταίου τους άλμπουμ, θα με θυμηθείτε. Οι συνθέσεις είναι πιο δεμένες με μελωδικά και δυνατά riff, ενώ οι βασικές επιρροές τους έρχονται στο φως: η όμορφη φασαρία των Sonic Youth και ο έξυπνος μινιμαλισμός των Neu!. Το Hardcore Will Never Die, But You Will φέρνει το συγκρότημα από τη Σκωτία ξανά στην πρώτη γραμμή ενός μουσικού ύφους του οποίου στάθηκαν πατέρες.
Η εξερεύνηση στην πλευρά της ροκ μουσικής του 2011 θα ξεκινήσει με ένα αγαπημένο είδος για την Εκπομπή που ψάχνει τίτλο, το post rock. Αμέτρητες οι κυκλοφορίες και φέτος, πάρα πολλά τα νέα γκρουπάκια που καταπιάστηκαν με τον συγκεκριμένο ήχο, χωρίς να λείπουν και οι κυκλοφορίες κάποιων από τα μεγάλα ονόματα.
Έτσι το 2011 σήμανε τη δισκογραφική επιστροφή τόσο των Mogwai, όσο και των Explosions to The Sky. Οι δεύτεροι κυκλοφορήσαν το άλμπουμ με τίτλο Take Care, Take Care προσθέτοντας ακόμα μια πολύ καλή δουλειά στη δισκογραφία τους, χωρίς όμως να προσφέρουν κάτι νέο ή διαφορετικό. Οι fan τους πάντως θα μείνουν και με το παραπάνω ευχαριστημένοι.
Αλλά, οι Mogwai, μετά από κάμποσα μέτρια άλμπουμ, μέσα στο 2011 κυκλοφόρησαν το καταπληκτικό Hardcore Will Never Die, But You Will. Κατά τη δική μου άποψη η καλύτερη δουλειά τους από το Come On, Die Young του 99. Η μπάντα εμφανίζεται φρέσκια και ανανεωμένη, με έναν πιο καθαρόαιμο ροκ ήχο, θα τολμούσα να τον χαρακτηρίσω και πιο πιασάρικο. Βέβαια, ένας τέτοιος χαρακτηρισμός για την μουσική ενός συγκροτήματος που έβαλε τα θεμέλια του post rock πειράματος μπορεί να ακούγεται εκτός τόπου και χρόνου, αλλά κατά την ακρόαση του τελευταίου τους άλμπουμ, θα με θυμηθείτε. Οι συνθέσεις είναι πιο δεμένες με μελωδικά και δυνατά riff, ενώ οι βασικές επιρροές τους έρχονται στο φως: η όμορφη φασαρία των Sonic Youth και ο έξυπνος μινιμαλισμός των Neu!. Το Hardcore Will Never Die, But You Will φέρνει το συγκρότημα από τη Σκωτία ξανά στην πρώτη γραμμή ενός μουσικού ύφους του οποίου στάθηκαν πατέρες.
Η δεύτερη μπάντα η οποία μαζί με τους Mogwai μοιράζεται την πρωτιά των καλύτερων post rock άλμπουμ του 2011 είναι οι Τεξανοί This Will Destroy Υou με το Tunnel Blanket. Ευτυχώς που το άλμπουμ κυκλοφόρησε στην αρχή της χρονιάς, ώστε να προλάβουμε να το ακούσουμε αρκετά και να το εκτιμήσουμε δεόντως. Οι This Will Destroy You στο Tunnel Blanket δημιουργούν ένα προσωπικό μουσικό υβρίδιο: στον ένα πόλο βρίσκεται ο ώριμος post rock ήχος, όπως τον γνωρίζουμε κυρίως από τα γκρουπ που προαναφέραμε: Mogwai και Explosions In The Sky. Στον άλλο πόλο συναντάμε την μακρά παράδοση της ambient μουσικής και ειδικά της drone πλευράς της, με μπροστάρηδες τους Stars Of The Lid και τον Tim Hecker (ο οποίος, μην λησμονήσουμε, κυκλοφόρησε νέο άλμπουμ φέτος). Οι This Will Destroy You συνδυάζουν με ευρηματικότητα τα δύο παραπάνω μουσικά στιλ και δημιουργούν μουσική που αιχμαλωτίζει τον ακροατή σε μια πραγματική μυσταγωγία, γεμάτη σκοτεινή διάθεση, εσωστρέφεια, αλλά και αρμονία.
Τόσο οι Mogwai, όσο και οι This Will Destroy You είναι περισσότερο λιγότερο γνωστοί σε όσους ψάχνονται με το post rock. Καιρός λοιπόν να παρουσιάσουμε μία νέα μπάντα, η οποία στην μεγαλύτερη μερίδα των φίλων της μουσικής πιθανότατα είναι άγνωστη. Καλά να είναι το διαδίκτυο, στο αχανές σύμπαν του οποίου μπορείς να βρεις μουσικά διαμάντια.
Η μπάντα ονομάζεται Windowseat και κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους Moonbird στις αρχές του 2011. Ανάμεσα στη δεύτερη και την τρίτη ακρόαση του συγκεκριμένου άλμπουμ είχα ήδη ενθουσιαστεί. Τα μέλη των Windowseat είναι πολύ νεαρά σε ηλικία κι όμως καταφέρνουν να δώσουν μια ιδιαίτερη μουσική πρόταση. Μπορείτε να φανταστείτε post rock, ambient, folk και τον underground emo/screamo ήχο συνδυασμένα; Κι όμως η συνταγή που φέρει το όνομα Moonbird καταφέρνει να δέσει όλα τα παραπάνω: ένα ambient ηχοτοπίο, δίνει τη θέση του σε μια νοσταλγική folk μελωδία παιγμένη σε βιολί, η οποία κορυφώνεται σε ένα hardcore ξέσπασμα. Ιδιαίτερα σημαντικό: το συγκρότημα προσφέρει το Moonbird, αλλά και το EP που προηγήθηκε του άλμπουμ δωρεάν στο διαδίκτυο.
Τόσο οι Mogwai, όσο και οι This Will Destroy You είναι περισσότερο λιγότερο γνωστοί σε όσους ψάχνονται με το post rock. Καιρός λοιπόν να παρουσιάσουμε μία νέα μπάντα, η οποία στην μεγαλύτερη μερίδα των φίλων της μουσικής πιθανότατα είναι άγνωστη. Καλά να είναι το διαδίκτυο, στο αχανές σύμπαν του οποίου μπορείς να βρεις μουσικά διαμάντια.
Η μπάντα ονομάζεται Windowseat και κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους Moonbird στις αρχές του 2011. Ανάμεσα στη δεύτερη και την τρίτη ακρόαση του συγκεκριμένου άλμπουμ είχα ήδη ενθουσιαστεί. Τα μέλη των Windowseat είναι πολύ νεαρά σε ηλικία κι όμως καταφέρνουν να δώσουν μια ιδιαίτερη μουσική πρόταση. Μπορείτε να φανταστείτε post rock, ambient, folk και τον underground emo/screamo ήχο συνδυασμένα; Κι όμως η συνταγή που φέρει το όνομα Moonbird καταφέρνει να δέσει όλα τα παραπάνω: ένα ambient ηχοτοπίο, δίνει τη θέση του σε μια νοσταλγική folk μελωδία παιγμένη σε βιολί, η οποία κορυφώνεται σε ένα hardcore ξέσπασμα. Ιδιαίτερα σημαντικό: το συγκρότημα προσφέρει το Moonbird, αλλά και το EP που προηγήθηκε του άλμπουμ δωρεάν στο διαδίκτυο.
Κοντά στις πειραματικές αναζητήσεις του πιο προωθημένου post rock πλέον βρίσκεται και η προοδευτικότερη πλευρά του progressive rock. Ένα είδος που γνώρισε μεγάλη άνθιση πριν σαράντα και βάλε χρόνια, συνεχίζει να δίνει ένα ισχυρό παρόν, ειδικά για τους πιο υποψιασμένους μουσικόφιλους. Βέβαια, το συγκεκριμένο παρακλάδι του ροκ δεν έμεινε στάσιμο, αντίθετα εξελίχτηκε ενσωματώνοντας ήχους και ιδέες από την περιρρέουσα μουσική ατμόσφαιρα κάθε περιόδου.
Αυτό το μαγικό παραμύθι του progressive rock έρχεται να αγκαλιάσει και να αναδείξει το τελευταίο δισκογραφικό πόνημα του Steven Wilson με τίτλο Grace For Drowing. Ο επικεφαλής των Porcupine Tree εμφανίζεται φορτσάτος και δημιουργικός στο φουλ, κυκλοφορώντας ένα διπλό προσωπικό άλμπουμ. Όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, αν στο πρώτο του άλμπουμ, απέτινε ένα φόρο τιμής στις μουσικές του 80 και του 90 που του αρέσουν, με το Grace For Drowing κάνει μια βουτιά στον πλούσιο μουσικό βυθό των 60s και των 70s. Μια jazz/fusion προσέγγιση, η οποία ενισχύεται και από την επιλογή των μουσικών που παίζουν στο άλμπουμ και έρχονται κυρίως από την jazz, πότε εναρμονίζεται, πότε κοντράρεται με τον απογυμνωμένο εξομολογητικό τόνο ενός τραγουδοποιού. Με άλλα λόγια ένας Syd Barrett, ένας Nick Drake, ακόμα και ένας Thom Yorke συναντά τους King Crimson, τους Van Der Graff Generator, αλλά και τους ίδιους των Porcupine Tree των 90s. Το φιλόδοξο εγχείρημα του Grace For Drowing μπορεί έχει κάποιες αδύναμες στιγμές, αυτές όμως υπερκεράζονται από τα πολλά δυνατά του σημεία.
Αυτό το μαγικό παραμύθι του progressive rock έρχεται να αγκαλιάσει και να αναδείξει το τελευταίο δισκογραφικό πόνημα του Steven Wilson με τίτλο Grace For Drowing. Ο επικεφαλής των Porcupine Tree εμφανίζεται φορτσάτος και δημιουργικός στο φουλ, κυκλοφορώντας ένα διπλό προσωπικό άλμπουμ. Όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, αν στο πρώτο του άλμπουμ, απέτινε ένα φόρο τιμής στις μουσικές του 80 και του 90 που του αρέσουν, με το Grace For Drowing κάνει μια βουτιά στον πλούσιο μουσικό βυθό των 60s και των 70s. Μια jazz/fusion προσέγγιση, η οποία ενισχύεται και από την επιλογή των μουσικών που παίζουν στο άλμπουμ και έρχονται κυρίως από την jazz, πότε εναρμονίζεται, πότε κοντράρεται με τον απογυμνωμένο εξομολογητικό τόνο ενός τραγουδοποιού. Με άλλα λόγια ένας Syd Barrett, ένας Nick Drake, ακόμα και ένας Thom Yorke συναντά τους King Crimson, τους Van Der Graff Generator, αλλά και τους ίδιους των Porcupine Tree των 90s. Το φιλόδοξο εγχείρημα του Grace For Drowing μπορεί έχει κάποιες αδύναμες στιγμές, αυτές όμως υπερκεράζονται από τα πολλά δυνατά του σημεία.
Παρέα με τη δουλειά του Steven Wilson μέσα στο 2011, ταιριαστά μου φάνηκαν δυο ακόμα άλμπουμ, για τα οποία αξίζει να γίνει λόγος. Το πρώτο τιτλοφορείται Impressions και ανήκει στον Lunatic Soul, που δεν είναι άλλος από τον τραγουδιστή και μπασίστα των Πολωνών Riverside, Mariusz Duda. Το Impressions αποτελεί τον επίλογο σε μια τριλογία από άλμπουμ που κυκλοφόρησε ο Lunatic Soul και η οποία αντλεί τη θεματολογία της από τη σχέση του ονείρου με την πραγματικότητα και της τρέλας με την λογική. Αντίθετα με τα πρώτα δύο μέρη, όπου το ατμοσφαιρικό μεν, αναμφίβολο δε ροκ στοιχείο είναι τονισμένο, αλλά και οι ενορχηστρώσεις πιο πλουραλιστικές, στο Impressions o Duda επιλέγει τον δρόμο της minimal ακουστικής μουσικής, κάπου ανάμεσα στη folk, το ethnic και την electronica.
Να λοιπόν που, κάνοντας ένα κύκλο, επιστρέψαμε στην αγαπημένη ηλεκτρονική μουσική. Από αυτόν τον κόσμο προέρχεται και ο Αργύρης Θεοφίλης και συγκεκριμένα από τον χώρο του deep house. Αλλά με το ψευδώνυμο Zodiac Free Arts Club και με το άλμπουμ Floating World κάνει ένα επιτυχημένο αφιέρωμα στις πρωτοπόρες krautrock μπάντες. Popol Vuh, Ash Ra Tempel, Tangerine Dream, Harmonia και τόσοι άλλοι ενέπνευσαν τον Αργύρη Θεοφίλη για να δημιουργήσει μουσική στους δικούς του δρόμους. Βέβαια, η σύγχρονη καλλιτεχνική άποψη δεν λείπει, αντίθετα οι Zodiac Free Arts Club συχνά καταφάσκουν σε επιρροές της σύγχρονης ηλεκτρονικής σκηνής.
Να λοιπόν που, κάνοντας ένα κύκλο, επιστρέψαμε στην αγαπημένη ηλεκτρονική μουσική. Από αυτόν τον κόσμο προέρχεται και ο Αργύρης Θεοφίλης και συγκεκριμένα από τον χώρο του deep house. Αλλά με το ψευδώνυμο Zodiac Free Arts Club και με το άλμπουμ Floating World κάνει ένα επιτυχημένο αφιέρωμα στις πρωτοπόρες krautrock μπάντες. Popol Vuh, Ash Ra Tempel, Tangerine Dream, Harmonia και τόσοι άλλοι ενέπνευσαν τον Αργύρη Θεοφίλη για να δημιουργήσει μουσική στους δικούς του δρόμους. Βέβαια, η σύγχρονη καλλιτεχνική άποψη δεν λείπει, αντίθετα οι Zodiac Free Arts Club συχνά καταφάσκουν σε επιρροές της σύγχρονης ηλεκτρονικής σκηνής.
Το άρθρο με τις προτάσεις της Εκπομπής που ψάχνει τίτλο για το 2011 έχει ήδη απλωθεί επικίνδυνα, οπότε χωρίς περιστροφές, περνάμε στο τελευταίο μέρος της ανασκόπησης, που δεν είναι άλλο από το indie folk. Τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότεροι καλλιτέχνες στρέφονται προς αυτή την κατεύθυνση του indie rock και δεν κάνουν καθόλου άσχημα, ειδικά όταν μας προσφέρουν πραγματικά απολαυστική μουσική.
Ωστόσο θα ξεκινήσω με μια κυκλοφορία, η οποία αν και έκανε ντόρο στους ψαγμένους ακροατές ανά την υφήλιο, δεν μου άρεσε τόσο. Εννοώ τη δεύτερη δισκογραφική δουλειά των Fleet Foxes. Μετά από ένα πολύ καλό πρώτο ομώνυμο άλμπουμ, οι Fleet Foxes επανήλθαν με το πολυαναμενόμενο Helplessness Blues. Το άλμπουμ πήρε πολύ καλές κριτικές και μάλιστα συμπεριλήφθηκε σε ουκ ολίγες λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς από έγκριτα περιοδικά και sites. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, ήταν κάμποσο απογοητευτικό, καθώς μου φάνηκε κάπως πληκτικό. Γνώμες είναι αυτές και, για του λόγου το αληθές, να τι εναλλακτικό προτείνουμε από τον χώρο του indie folk.
Πρώτα απ’ όλα η μπάντα των War On Drugs φέτος κυκλοφόρησε το ντεμπούτο της Slave Ambient. Ταξιδιάρικος ήχος που αποπνέει αισθήματα θα έλεγα ποιητικά. Ολόκληρο άλμπουμ ακούγεται απνευστί, σαν ένα ενιαίο μουσικό έργο. Σε επίπεδο αναφορών και επιρροών οι War On Drugs συνδυάζουν τη μεγάλη folk rock παράδοση που ξεκινάει από τον Bob Dylan, περνά από τον Neil Young και φτάνει στον Bruce Springsteen, με το ψυχεδελικό shoegaze των πρώτων άλμπουμ των Verve.
Ωστόσο θα ξεκινήσω με μια κυκλοφορία, η οποία αν και έκανε ντόρο στους ψαγμένους ακροατές ανά την υφήλιο, δεν μου άρεσε τόσο. Εννοώ τη δεύτερη δισκογραφική δουλειά των Fleet Foxes. Μετά από ένα πολύ καλό πρώτο ομώνυμο άλμπουμ, οι Fleet Foxes επανήλθαν με το πολυαναμενόμενο Helplessness Blues. Το άλμπουμ πήρε πολύ καλές κριτικές και μάλιστα συμπεριλήφθηκε σε ουκ ολίγες λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς από έγκριτα περιοδικά και sites. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, ήταν κάμποσο απογοητευτικό, καθώς μου φάνηκε κάπως πληκτικό. Γνώμες είναι αυτές και, για του λόγου το αληθές, να τι εναλλακτικό προτείνουμε από τον χώρο του indie folk.
Πρώτα απ’ όλα η μπάντα των War On Drugs φέτος κυκλοφόρησε το ντεμπούτο της Slave Ambient. Ταξιδιάρικος ήχος που αποπνέει αισθήματα θα έλεγα ποιητικά. Ολόκληρο άλμπουμ ακούγεται απνευστί, σαν ένα ενιαίο μουσικό έργο. Σε επίπεδο αναφορών και επιρροών οι War On Drugs συνδυάζουν τη μεγάλη folk rock παράδοση που ξεκινάει από τον Bob Dylan, περνά από τον Neil Young και φτάνει στον Bruce Springsteen, με το ψυχεδελικό shoegaze των πρώτων άλμπουμ των Verve.
Πιο κοντά στις ρίζες της αμερικανικής παράδοσης βρίσκονται οι Cave Singers. Το φοβερό τρίο από το Σιατλ, στο τρίτο τους άλμπουμ No Witch συνεχίζουν τη δική τους ανεξάρτητη πορεία. Μια ειλικρινής ασυμβίβαστη folk τραγουδοποιία, η οποία εδώ εμπλουτίζεται με μια 60s ψυχεδέλεια που φέρνει στο νου τους Byrds.
Τέλος το πρωτοεμφανιζόμενο συγκρότημα των Sons Of Rico μέσα στο 2011 έκανε το ντεμπούτο του, Reactions. Το mellow στοιχείο που χαρακτηρίζει μπάντες όπως οι Band Of Horses, αλλά και οι προαναφερόμενοι Fleet Foxes, δένει με καλοπαιγμένες hard rock κιθάρες. Έτσι τους Sons Of Rico μπορεί να απολαύσει τόσο ο indie ακροατής, όσο και ο ανοιχτόμυαλος οπαδός του hard rock.
Τέλος το πρωτοεμφανιζόμενο συγκρότημα των Sons Of Rico μέσα στο 2011 έκανε το ντεμπούτο του, Reactions. Το mellow στοιχείο που χαρακτηρίζει μπάντες όπως οι Band Of Horses, αλλά και οι προαναφερόμενοι Fleet Foxes, δένει με καλοπαιγμένες hard rock κιθάρες. Έτσι τους Sons Of Rico μπορεί να απολαύσει τόσο ο indie ακροατής, όσο και ο ανοιχτόμυαλος οπαδός του hard rock.
Τώρα που αναφερθήκαμε και στο hard rock, νομίζω πως δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να κλείσει το άρθρο με τις μουσικές προτάσεις για το 2011, με το φρεσκότατο άλμπουμ των Black Keys, El Camino. Ένα σύνολο σφιχτοδεμένων δυναμικών ροκ τραγουδιών με πιασάρικες μελωδίες και έναν «επιμελημένα ατημέλητο» ήχο κάνουν το El Camino ένα απολαυστικό ροκ άλμπουμ.
Αυτά λοιπόν ακούσαμε και αυτά προτείνουμε για το 2011. Και για κατακλείδα, οι πιο πρόσφατες δουλειές από δυο αγαπημένες μπάντες, η καθεμία ενδιαφέρουσα με τον τρόπο της. Οι Radiohead με το King Of Limbs συνεχίζουν αξιοπρεπέστατα τη σημαντική πορεία τους στον χώρο του πειραματικού ροκ, ενώ στον αντίποδα, οι Coldplay με το Mylo Xyloto, αν και δίνουν τον πιο εμπορικό δίσκο της καριέρας τους, δεν ξεφεύγουν από τα ποιοτικά τους στάνταρ. Ο καθείς εφ' ω ετάχθη έλεγαν οι παλιοί και στην περίπτωσή μας αυτό το απόφθεγμα ταιριάζει γάντι!
Καλές γιορτές να έχουμε!
οι φωτογραφίες προέρχονται από την ιστοσελίδα της 303 Gallery. Η πρώτη ανήκει στον Hans-Peter Feldman και ονομάζεται Colage, ενώ η δεύτερη στην Florian Maier-Aichen και ονομάζεται La Brea Avenue in the Snow