28/12/12

10+1 άλμπουμ για το 2012 (μέρος β')




Από τα μέσα της δεκαετίας του 60, που εμφανίστηκε, ως και σήμερα, η ψυχεδέλεια έχει καταφέρει όχι μόνο να επιβιώσει στο μουσικό σκηνικό, αλλά, ειδικά τα τελευταία χρόνια, να κάνει ακόμα ένα πολύ δυνατό comeback. Πότε συνοδευόμενός ποπ μουσικές, πότε ροκ, πότε ηλεκτρονικές, ο ψυχεδελικός ήχος εδώ και σχεδόν πενήντα χρόνια δίνει ισχυρό παρόν. 

Αυτό λοιπόν το πολύχρωμο ψυχεδελικό χρονικό προσπαθεί να αναδείξει και η σειρά  Frkwys της δισκογραφικής Rvng Intl., φέρνοντας στο στούντιο παλιότερους και νεότερους καλλιτέχνες του ψυχεδελικού πειραματισμού. Το ένατο μέρος της σειράς κυκλοφόρησε το 2012 και συγκαταλέγεται σε ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς για την Εκπομπή που ψάχνει τίτλο. Δύο νέοι μουσικοί και παραγωγοί, ο Sun Araw και ο Ged Gengras ταξίδεψαν ως τη Jamaica για μια συνεργασία με το κλασικό reggae/dub συγκρότημα των Congos. Καρπός της συνεργασίας αυτής, το άλμπουμ Icon Give Thank, στα πλαίσια του οποίου τα αγέραστα θετικά vibes της reggae των Congos μπλέκονται αριστοτεχνικά με τον χαρακτηριστικό κοσμικό ήχο του Sun Araw. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι η ταξιδιάρικη αυτή ομάδα δε χάνεται σε δαιδαλώδεις αυτοσχεδιασμούς, ούτε τραβάει τα κομμάτια σε διάρκεια άνευ λόγου. Έτσι, ενώ η ατμόσφαιρα παραμένει στα χαμένα, δεν έχουμε ατέλειωτο ψυχεδελικό τζαμάρισμα, αλλά ένα σύνολο ωραίων τραγουδιών. 




Σε αυτή την ηλιόλουστη παιχνιδιάρικη αντίληψη για τη μουσική, που ανοίγεται σε διαφορετικά είδη, κάτω από την ομπρέλα ενός ήχου φευγάτου και ψυχεδελικού, ως ένα μεγάλο βαθμό αγκαλιάζουν οι Idjut Boys. Οι Conrad McDonnel και ο Dan Tyler μέσα στο 2012, μετά από κοντά μια εικοσαετία στο DJing, την παραγωγή και τη δημιουργία μουσικής, κυκλοφόρησαν το πρώτο full-length τους, με τίτλο Cellar Door. Το Cellar Door είναι ένα άλμπουμ κομμένο και ραμμένο στο μουσικό ύφος που οι Idjut Boys εκπροσωπούν τόσα χρόνια: η disco ξεφορτώνεται τη γραφικότητα με την οποία έχει τόσες δεκαετίες φορτωθεί και μπολιάζεται με στοιχεία funk, jazz, ambient και dub. Έτσι το ντούετο από τη Βρετανία δημιουργεί μουσική που ακούγεται τόσο σε μια ήσυχη μεσογειακή ακρογιαλιά, όσο και στο μεταμεσονύκτιο σετ ενός πολύ εκλεκτικού DJ. Η φωνή της τραγουδίστριας των A Man Called Adam, Sally Rodgers συμπληρώνει με εξαιρετικό τρόπο κάποια από τα κομμάτια του άλμπουμ.





Αλλά, όπως έγραφα και λίγο πριν, οι ψυχεδελικές ατμόσφαιρες έχουν το πλεονέκτημα να τρυπώνουν εκεί που δεν το περιμένεις. Και φαίνεται να έχουν σαγηνεύσει και τον κύριο Arjen Antony Lucassen. Ο Ολλανδός συνθέτης, πολυοργανίστας και παραγωγός έχει γίνει γνωστός από τα φιλόδοξα prog rock/metal project του, όπως οι Ayreon και οι Star One. Μετά λοιπόν από κάμποσα ενδιαφέροντα άλμπουμ, ο Lucassen κυκλοφορεί ένα προσωπικό, με τραγούδια στα οποία, όχι μόνο παίζει τα περισσότερα από τα όργανα, όχι μόνο έχει αναλάβει την παραγωγή, αλλά τραγουδάει κιόλας. Το Lost In The New Real, όπως τιτλοφορείται, αποτελεί ένα concept άλμπουμ, στο οποίο, μια ιστορία επιστημονικής φαντασίας που σχετίζεται με την τεχνητή νοημοσύνη και εν γένει την τεχνική ζωή, γίνεται το μέσο ώστε ο Lucassen άλλες φορές να σατιρίσει κι άλλες να προβληματιστεί για τη σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία και ύπαρξη. Τον αφηγηματικό ιστό των τραγουδιών ενώνει η απαγγελία του ηθοποιού Rutger Hauer, πρωταγωνιστή του Blade Runner.


pink beatles in a purple zeppelin
  
Τώρα όσο αναφορά το μουσικό κομμάτι, στο Lost In The New Real συναντάμε το γνωστό μουσικό στυλ του Lucassen, το οποίο πλέον δείχνει πως παίζει στα δάχτυλα, τόσο ως μουσικός, όσο και ως παραγωγός. Επιρροές από μπάντες των 60s και των 70s, όπως οι Beatles, οι Pink Floyd, οι Alan Parsons Project, αλλά και οι Deep Purple και οι Led Zeppelin (τραγούδια των οποίων έχει διασκευάσει στο extra cd της κυκλοφορίας) ανανεώνονται καθώς μπαίνουν σε ένα δυναμικό ηχητικό περιβάλλον, που χαρακτηρίζεται από έντονη θεατρική ατμόσφαιρα, εξωστρεφή ως και πομπώδη παραγωγή και ένα όμορφο μπλέξιμο αναλογικών και ηλεκτρονικών στοιχείων στην ενορχήστρωση. Η διαφορά του προσωπικού άλμπουμ του Lucassen από τα πολλά project που έχει επιμεληθεί, είναι αφενός ο απόλυτος έλεγχος στο προσωπικό του ύφος, αφετέρου μια αίσθηση ελευθερίας και χαλαρότητας, που προσεγγίζει περισσότερο την ψυχεδελική ποπ των Beatles, παρά το αρκετά σκυθρωπό prog rock των Floyd. 



Θα κλείσουμε τις επιλογές μας από τις καλύτερες δισκογραφικές στιγμές του ’12, με δύο EP, τα οποία ενώ συγγενεύουν τόσο ως προς τη μουσική προσέγγιση και την ατμόσφαιρα, όσο και ως προς το συναίσθημα και τους συμβολισμούς.


Ένας από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες, επικεφαλής ενός από τις αγαπημένες μου μπάντες το 2012 επανήλθε με ένα EP. Μιλάω για τον Jimmy Lavalle, τους Album Leaf και για το Forward/Return. Μετά το πραγματικά φιλόδοξο, πολύ δυνατό αλλά και κάπως αδέξιο –η αλήθεια είναι– τελευταίο ολοκληρωμένο τους άλμπουμ A Chorus Of Storytellers (2010) , οι Album Leaf, με τις συνθέσεις αυτού του EP, συνεχίζουν επάξια την πορεία τους. Το νοσταλγικό στοιχείο του post rock συναντά τη ζεστασιά των μελωδιών του folk και τον ελαφρύ πειραματισμό του idm. Και νομίζω πως στο Forward/Return κρύβεται, αν όχι ένα concept θέμα, μια ψυχολογική ενότητα, ένας συμβολισμός της φυγής και της επιστροφής από το σκοτάδι στο φως. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που το τελευταίο κομμάτι έχει τίτλο Dark Becomes Light.





Κοντινό το συμβολικό και ψυχολογικό υπόβαθρο της πρώτης κυκλοφορίας του τρίο των Marriages, ένα EP με τίτλο Kitsune. Οι Mariages είναι οι Dave Clifford, Greg Burns και Emma Ruth Rundle. Και οι τρεις τους αποτελούν μέλη των Red Sparowes, αλλά στους Marriages βγάζουν μια κάπως διαφορετική πλευρά των μουσικών τους εμπνεύσεων. Φυσικά στη μουσική τους προσέγγιση πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το post rock , αλλά στην επιφάνεια έρχονται και άλλα στοιχεία, από το μελαγχολικό shoegaze των My Bloody Valentine και των Slowdive ως τις μισοσκότεινες prog/psych rock αναζητήσεις των Pink Floyd. Κι εδώ έχουμε μια συμβολική πορεία από το σκοτάδι στο φως, αλλά στην περίπτωση των Marriages είναι αρκετά πιο στοιχειωμένη. Πως θα μπορούσε να ήταν αλλιώς, όταν στο τελευταίο κομμάτι του Kitsune, η Emma Ruth Rundle σχεδόν ψιθυρίζει "part the darkness in my heart"…





Αυτή η επιστροφή από το σκοτάδι προς το φως ελπίζω να σφραγίσει τη νέα χρόνια, ειδικά από τη στιγμή που και η νέα μουσική μας εμπνέει προς τα εκεί. Γιατί, το νέο έτος σίγουρα μας επιφυλάσσει δυνατές μουσικές, αν και ακόμα καλά-καλά δεν έχουμε εξαντλήσει το 2012… 

πηγή εικόνας

25/12/12

10+1 άλμπουμ για το 2012 (μέρος α')



Αντίθετα με τις δύο προηγούμενες χρονιές, που προσπαθούσα να παρακολουθώ τα σημαντικότερα δισκογραφικά σκηνικά των μουσικών σκηνών που με ενδιαφέρουν, μέσα στο 2012 η ένταση ακρόασης νέας μουσικής μειώθηκε αρκετά. Για διάφορους λόγους, άλλοι πιο προφανείς, άλλοι όχι και τόσο, στράφηκα σε περισσότερο ή λιγότερο παλιότερες μουσικές. Παρόλα αυτά, καθώς η χρονιά κυλούσε κάποιες δουλειές αναδείχθηκαν και, προφανώς, ακούστηκαν ουκ ολίγες φορές.

 Έτσι λοιπόν, η Εκπομπή που ψάχνει τίτλο ξεδιάλεξε δέκα συν ένα άλμπουμ του 2012, για να παρουσιάσει και να προτείνει. Για να σχολιάσουμε όμως με σχετική άνεση, η παρουσίαση θα ολοκληρωθεί σε δύο αναρτήσεις. Τέλος, να σημειωθεί  πως  η σειρά παρουσίασης δεν είναι αξιολογική.

Το άλμπουμ που μάλλον μέσα στο 2012 άκουσα περισσότερο είναι το πρώτο και ομώνυμο του xxyyxx. Το πραγματικό όνομα του συγκεκριμένου καλλιτέχνη είναι Marcel Everett, μας έρχεται από την Florida των ΗΠΑ και, το πιο αξιοσημείωτο, είναι μόλις 17-18 χρονών. Επόμενο λοιπόν είναι στο πρώτο του LP να φέρνει έναν πολύ φρέσκο ήχο, ο οποίος, παρόλο που αναμφίβολα μπλέκεται με τις σύγχρονες και μοδάτες τάσεις της electronica, διατηρεί ένα εντελώς προσωπικό ύφος και ποιότητα. Στοιχεία από future garage, chillwave, ακόμα και από το καινούργιο indie και γεμάτο εσωστρέφεια rnb βρίσκονται διάσπαρτα στη μουσική του xxyyxx, η οποία καταφέρνει να αιχμαλωτίσει τον ακροατή οδηγώντας τον σε έναν αινιγματικό κόσμο νοσταλγίας και αρμονίας. Το παρακάτω βίντεο για το εναρκτήριο κομμάτι του άλμπουμ νομίζω πως είναι χαρακτηριστικό.





Αν καλλιτέχνες σαν τον xxyyxx μέσα στο 2012 κάνουν τα πρώτα, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται πολύ λίγο αδέξια βήματα τους στο χώρο της μουσικής δημιουργίας, την ίδια χρονιά κάποιοι παλιοί φίλοι συνεχίζουν την πορεία τους, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό τους. Ο Brian Eno με το άλμπουμ Lux, το οποίο κυκλοφόρησε με την εταιρεία Warp, επιστρέφει στους λαμπρούς δρόμους του καθαρόαιμου ambient. Οι φίλοι του μνημειώδους Music For Airports, αλλά και των συνεργασιών του Eno με τον Harold Budd, στο Lux θα βρουν αυτό τον χαρακτηριστικό ambient ήχο, που ισορροπεί ιδανικά ανάμεσα στον πειραματισμό και τη χαλάρωση. Drones που λες πως δεν θα τελειώσουν ποτέ, αιθέρια εφέ και εύθραυστες μελωδίες που παραμένουν ανολοκλήρωτες συνθέτουν έναν καμβά ηχητικής ελευθερίας που οδηγεί σε μια ήρεμη αισιοδοξία. Όπως οι περισσότερες δουλειές του Eno, έτσι και το Lux συνδέει τους πολλές φορές μακρινούς πλανήτες της πειραματικής μοντέρνας μουσικής με τις ανησυχίες και τις ελπίδες της καθημερινότητάς. Με τον τρόπο του, ο θείος Brian προσφέρει μια τέχνη που έχει πολλά να πει για τις δύσκολες και περίεργες εποχές που ζούμε, αλλά και να δώσει αφορμές για διέξοδο.





Αυτή την εκλεκτικότητα της καλής ambient μουσικής αξιοποιεί και ο Ιρλανδός Brendan Gregoriy, γνωστότερος με το ψευδώνυμο Chymera, ο οποίος στο δεύτερο προσωπικό άλμπουμ του Death By Misadventure συνδυάζει το ambient με το minimal techno και το deep house. O Gregoriy ζει εδώ και κάμποσα χρόνια στο Βερολίνο, σε ένα δηλαδή από τα κέντρα του dance ηλεκτρονικού ήχου, παρόλα αυτά η μουσική του δεν έχει αυτοσκοπό τον χορό. Αντίθετα, οι μινιμαλιστικές μελωδίες, τα samples, το beat γίνονται τα μέσα για ατμοσφαιρικά ηχοτοπία, που επιτρέπουν στον  Chymera να πλάσει τη δική του νυχτερινή μουσική περιπέτεια.





Μια εξίσου εναλλακτική άποψη για τη χορευτική μουσική, αλλά με πολλά περισσότερο ποπ στοιχεία δίνει ο Kindness με το ντεμπούτο του, World You Need A Change Of Mind. Ο πολύ νέος  Adam Bainbridge, όπως είναι το πραγματικό του όνομα, ξεκλέβει στοιχεία από το electropop, το indie αλλά και από disco και house και φτιάχνει τραγούδια, που βγάζουν ένα συναίσθημα ειλικρινών προθέσεων και ευγένειας, δικαιολογώντας έτσι το παρατσούκλι που έχει επιλέξει. Οι ρίζες της μουσικής του βρίσκονται στα 80s, άλλωστε κριτικοί έχουν εντοπίσει επιρροές από τον  Prince, τον Larry Levan, αλλά και τους Talking Heads. Χαρακτηριστικό είναι πως ίδιος ο Kindness διασκευάζει πιο underground καλλιτέχνες της ίδιας δεκαετίας, όπως τους Trouble Funk στο καταπληκτικό That's Alright.  





Ωστόσο, μέσα σε αυτή την ομολογούμενη κυριαρχία των ψηφιακών μέσων και ανάλογων εκφράσεων στη μουσική σκηνή, υπάρχουν κάποιοι καλλιτέχνες που επιμένουν σε έναν ήχο ηθελημένα παλιακό και αναλογικό. Και δεν εννοώ μεγάλους σε ηλικία κυρίους που έχουν χάσει και ξεχάσει τις εξελίξεις. Ο αφρικανικής καταγωγής Βρετανός Michael Kiwanuka είναι 24 ετών, αν όμως ακούσεις την πρώτη του δισκογραφική δουλειά με τίτλο Home Again, πιστεύεις πως επέστρεψες στις δεκαετίες του 60 και του 70. Ο Michael Kiwanuka έρχεται με ένα ύφος ώριμο και κατασταλαγμένο, που φέρνει κοντά τον folk τραγουδοποιό και τον soul τραγουδιστή, θυμίζοντας τον πρόσφατα χαμένο Terry Callier, τον Richie Havens, αλλά και την τεράστια Nina Simone. Δέκα μελωδικά τραγούδια ατόφιων συναισθημάτων και ειλικρίνειας ανάγουν τον Kiwanuka σε πραγματικό πουλέν του πιο φρέσκου singing-songwriting. 





Το πρώτο μέρος με τα καλύτερα για το 2012 θα κλείσει με μια σπάνια, αλλά ωραία συγκυρία, καθώς δύο από τα άλμπουμ που έχουμε ξεχωρίσει μοιράζονται τον ίδιο ακριβώς τίτλο. Έτσι, Home Again ονομάζεται και το πρώτο άλμπουμ του ντουέτου Attune από τη Γερμανία. Ο Johannes Hetrich στα ηλεκτρονικά με τη πολύτιμη συνδρομή του αδερφού του Gabriel, ο οποίος τυχαίνει να είναι πολυοργανίστας, έφτιαξαν το σχήμα των Attune. Η μουσική τους κινείται σε trip hop και downtempo δρόμους, επηρεασμένη από αγαπημένους καλλιτέχνες, όπως ο Bonobo, o DJ Shadow και ο Four Tet. Με τέτοιες επιρροές, δεν μπορούμε παρά να συναντήσουμε ένα στοιχείο έντονης μελωδικότητας και μια ζεστή συναισθηματική ατμόσφαιρα. Τα beats και τα λοιπά ηλεκτρονικά στοιχεία θυμίζουν αναλογικούς ήχους από smooth jazz και funky μουσικές και συνοδοιπορούν με καλοπαιγμένες κιθάρες, πλήκτρα και διάφορα άλλα έγχορδα και πνευστά. Το Home Again των Attune διατίθεται δωρεάν προς downloading· επίσης το συγκεκριμένο σχήμα αποτελεί μια καλή ευκαιρία για να γνωρίσετε την αξιόλογη καλλιτεχνική ομάδα Antime, που εδρεύει στη Βαυαρία. 






Οι πανομοιότυπες εικόνες στην αρχή και στο τέλος του κειμένου προέρχονται από Lux του  Brian Eno, συγκεκριμένα εμπεριέχονται ως εκτυπώσεις στη βινυλιακή έκδοση του άλμπουμ.  



22/12/12

Σαμάνοι και χορευτές

 

Όλες ανεξαιρέτως οι μουσικοκριτικές που έχουν περάσει σε αυτό το blog είναι αποτέλεσμα αρκετών ως και πολλών ακροάσεων του κάθε άλμπουμ ή του κάθε τραγουδιού, remix κλπ. Είμαι γενικότερα της άποψης πως μια ακρόαση δεν αρκεί για να αντιληφθείς, μα και να νιώσεις πλήρως τη δημιουργία ενός μουσικού. Ωστόσο, το mix που αποτελεί τον πυρήνα αυτής της ανάρτησης έσπασε τον παραπάνω άτυπο κανόνα. Το άκουσα μονάχα μια φορά και στο καπάκι γράφω γι’ αυτό. Ωστόσο δεν μιλάμε για μια ακρόαση με  τη συνηθισμένη μετριοπαθή αντίδραση, αλλά για μια ενθουσιώδη εμπειρία.

Ο Kaoru Inoue μας έρχεται από την Ιαπωνία κι εδώ και κάμποσα χρόνια δημιουργεί ηλεκτρονική μουσική, πότε με κατεύθυνση πιο χορευτική, πότε πιο ακουστική, αλλά πάντα με την προσωπική του σφραγίδα. Τα ψευδώνυμα που έχει κατά καιρούς χρησιμοποιήσει αρκετά, αλλά και μόνο ως λέξη κι άκουσμα, κατά κάποιο τρόπο σε προετοιμάζουν για τη μουσική του. Για παράδειγμα, το Aurora, σου φέρνει στο νου κάτι αιθέριο, ακόμα και διαστημικό, ενώ το Chari Chari κάτι πιο εξωτικό και μυστηριώδες.


Αυτά ακριβώς λοιπόν τα δύο στοιχεία, το αιθέριο και το εξωτικό ο Kaoru Inoue παντρεύει στο καταπληκτικό live mix που μπορείτε να βρείτε στη σελίδα του στο Souncloud. Στην ουσία αποτελεί ένα ωριαίο απόσπασμα από τη βραδιά την οποία οργάνωσε για τα δέκα χρόνια του project του για DJ sets, ζωντανές εμφανίσεις και πάρτυ, το Groundrhythm.


Στιλιστική βάση του mix του Kaoru Inoue αποτελεί το beat της house μουσικής και πιο συγκεκριμένα ο γρήγορος, στακάτος, χορευτικός ρυθμός παλιότερης house, φέρνοντας στο νου τις επιλογές, αλλά και τις παραγωγές ενός Frankie Knuckles ή ενός Louie Vega. Το θεμέλιο λοιπόν κλασικό, αλλά η συνέχεια δεν είναι το ίδιο προβλέψιμη. 


 Στην απρόβλεπτη αυτή εξέλιξη καθοριστική είναι η βοήθεια το περκασιονίστα Kosuke Tsuji. Ο Tsuji παίζει τα τύμπανα του σ’ όλη τη διάρκεια του σετ και –πιστέψτε με  δεν αρκείται απλά στο να συνοδεύει και να εμπλουτίζει τον ηλεκτρονικό ρυθμό. Αντιθέτως, χάρη τόσο στη δύναμη, όσο και στη δεξιοτεχνία του, δίνει  στο όλο σύνολο όχι μόνο αέρα εξωτισμού αλλά και κάτι το αρχέγονο, το πριμιτιβιστικό. Αποτέλεσμα: ακόμα και σπίτι σου να βρίσκεσαι, μέρα μεσημέρι, μ’ αρχικό σκοπό να το συμμαζέψεις, καταλήγεις να χορεύεις χοροπηδώντας από δωμάτιο σε δωμάτιο! Και σας το λέω εκ πείρας…

Βέβαια και ο Kaoru Inoue δεν επαναπαύεται σε αδιάφορη χορευτική electronica, αλλά κάνει καλές επιλογές, τις οποίες μιξάρει υποδειγματικά, μπλέκοντας  jazz σαξόφωνα, ambient πλήκτρα, samples από μυστηριώδεις φυλές που τραγουδούν και παιδιά που παίζουν και λοιπά abstract, ατμοσφαιρικά στοιχεία. Αποτέλεσμα, ένας εθιστικότατος tribal house δυναμίτης που έχει τη συγκρότηση μιας ενιαίας μονόωρης μουσικής σύνθεσης· ή καλύτερα μιας μυστικιστικής, θα έλεγα, σαμανικής τελετουργίας.

 Καιρός για ακόμα μία ακρόαση…





Η εικόνα αποτελεί ένα δείγμα προϊστορικής ζωγραφικής σε βράχο ("rock art")  από την Νότια Αφρική, όπου απεικονίζεται ένας σαμάνος σε στιγμή έκστασης. Περισσότερες και πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες εδώ.

16/12/12

τις ρόδες, το τιμόνι, το πεντάλι της


Δανείστηκα ένα στίχο από την Ποδηλάτισσα, το ποιήμα του Ελύτη, για τίτλο της συγκεκριμένης ανάρτησης, καθώς το ίδιο όνομα, δηλαδή Ποδηλάτισσα, μοιράζεται και καφέ-μπαράκι του Βόλου. Εκεί, κάθε σαββατόβραδο η Εκπομπή που ψάχνει τίτλο μεταφέρει τις μουσικές της. Στο ίδιο μέρος, την ίδια ώρα εξελίσσονται και οι άτυπες σπουδές μας στα μυστικά του DJing...

Τα συστατικά της όλης φάσης, τα απαραίτητα: ωραίος χώρος, καλή παρέα και άποψη. Απαραίτητο συμπλήρωμα, όσο καλύτερη μουσική μπορούμε να προσφέρουμε. Ένα κομμάτι, λοιπόν, του χθεσινοβραδινού (15/12/2012) set στην Ποδηλάτισσα, μπορείτε να βρείτε στον παρακάτω σύνδεσμο. Κρατάει καμιά ώρα, κάποια τεχνικά λάθη στις μίξεις προφανώς και υπάρχουν, αλλά το μουσικό ύφος είναι αντιπροσωπευτικό:



 

Τα λέμε το επόμενο Σάββατο...

10/12/12

6 remixes για το 2012



Ένα σχετικά γρήγορο ψάξιμο στα φετινά μουσικά κιτάπια άρκεσε ώστε να ξεδιαλεχτεί μια ομάδα από τα πιο αγαπημένα remixes για το 2012. Βέβαια η αλήθεια είναι, πως δεν ήταν και δύσκολο να επιλεχθούν, αφού αυτά τα κομμάτια έπαιξαν συχνά τόσο σε ηχεία σπιτικά, όσο και σε ραδιοφωνικά, ακόμα και σε ολοένα και συχνότερες DJ εμφανίσεις στην πόλη μας. Προφανώς, τα αξιόλογα remixes που έπεσαν φέτος στην αντίληψη της Εκπομπής που ψάχνει τίτλο δεν ήταν μονάχα έξι, αλλά, οι συγκεκριμένες επιλογές, εκτός απ’ το ότι αναδείχθηκαν σε best of the best της χρονιάς, με τη σειρά που έχουν οργανωθεί παρακάτω, συνθέτουν, κάτα κάποιο τρόπο, μια μουσική αφήγηση.


Ned Donehy - Get It Up For Love (Coyote Salinas Sunset edit)


 

Η μελωδική AOR μπαλάντα του Ned Donehy, η οποία στην πορεία των χρόνων και χάρη σε DJs όπως ο Harvey, αναδείχθηκε ως ένα balearic classic, στα χέρια του ντουέτου Coyote ελαφρώς μεταμορφώνεται. Στο edit που επιμελούνται οι Βρετανοί παραγωγοί, η διάρκεια του original μεγαλώνει, με την προσθήκη ορχηστρικών μερών, και ο ήχος, εμπλουτισμένος με dub στοιχεία, αποκτά μια πιο ψυχεδελική οπτική. Έτσι το Get It Up For Love, ενώ συνεχίζει να αποπνέει σκονισμένη γοητεία, γίνεται περισσότερο κατάλληλο για καλοκαιρινά αράγματα σε μεσογειακές παραλίες.




Marvin Gaye – What’s Going On (S-Man remix)

  
Το να ρεμιξάρεις το αριστούργημα του Marvin Gaye είναι ένα επικίνδυνο εγχείρημα. Κι όμως, ο Αυστραλός S-Man τα καταφέρνει περίφημα, δίνοντας στο πρωτότυπο hip hop προσανατολισμό. Με ευφυέστατο τρόπο ξεκλέβει ένα sample από το τραγούδι Hate It Or Love It από τους 50 Cent και The Game (οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν αντλήσει από ένα παλιό soul κομμάτι, το Rubberband των Trampps) και στη συνέχεια το παντρεύει με το original. Μια συνεχής αναφορά σε όλον τον πλούτο της μαύρης μουσικής, η οποία δεν καταλήγει σε ήχο τεχνικό και ψυχρά μοντέρνο, αλλά σε ένα remix φουλ από ζεστά συναισθήματα.



Swan Lee’s Ping Pong Orchestra – San Diego (Phil Mison remix)





Ο Swan Lee είναι ένας από τους αξιολογότερους καλλιτέχνες της downtempo electronica και του funk στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Το 2008 κυκλοφόρησε το καταπληκτικό κομμάτι San Diego, ένα ταξίδι στo ψυχεδελικά ποπ  των 60s, σε στιλ funk και ρυθμό bossa nova. Μέσα στο 2012 η νεοσύστατη εταιρεία Picadilly Records το επανακυκλοφόρησε ως single, συνοδευόμενο από ένα κεφάτο remix που φέρνει την υπογραφή του παλιού resident DJ του Café Del Mar, του μάγου Phil Mison. Όπως η εκδοχή των Coyote στο τραγούδι του Ned Donehy, έτσι κι αυτή του Phil Mison στο San Diego, υποκύπτει στη γοητεία μιας "κουλτούρας καλοκαιριού".



Pharao Black Magic – The Amulet (Reverso 68 remix)



Δεύτερη εμφάνιση του Phil Mison σε αυτή την λίστα, με ένα remix που έχει επιμεληθεί παρέα με τον Pete Herbert. Βάση του ντουέτου, που ονομάζεται Reverso 69, το κομμάτι The Amulet, με το οποίο πρωτοεμφανίστηκαν οι Ελβετοί Pharao Black Magic. Από το ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό original, οι Reverso 68 έχουν κρατήσει το μελωδικό στοιχείο, μαζί μ’ ένα sample από τα φοβερά φωνητικά του Peter Coyle. Ωστόσο, το remix αποτελεί ένα καλογυαλισμένο deep house κομμάτι σε midtempo ρυθμό που μάλλον θα ανοίξει στον ακροατή την όρεξη για χορό.



Oberst & Buchner feat. Midimum – Today I Feel (Alex q remix)



 

Εδώ έχουμε με ένα κομμάτι που αυτή τη χρονιά έχω προσωπικά ακούσει ίσως περισσότερο από κάθε άλλο. Ο  παραγωγός Alex q κατάφερε να φέρει τον κάμποσο πειραματικό ήχο της γερμανικής καλλιτεχνικής ομάδας Antime (στην οποία προτείνω να δώσετε βάρος), στα tracklists των clubs. Οι Oberst & Buchner, με τη βοήθεια του Midimum στα φωνητικά, δημιούργησαν ένα εσωστρεφές ambient τραγούδι, που κυριαρχείται τόσο από λυρισμό, όσο και από μινιμαλισμό. Ο Alex q κόβει και ράβει, ώστε η χαρμολύπη του original να διοχετευτεί σ’ ένα μεθυστικό dance ρυθμό. Επίσης, το remix συνοδεύεται κι από ένα πολύ όμορφο videoclip που μπορείτε να απολαύσετε στη αμέσως προηγούμενη ανάρτηση.


Ludovico Einaudi – Una Mattina (Nico Pusch bootleg remix)

 

Αν, αυτή η σειρά των έξι remixes αποτελεί ένα μουσικό ταξίδι, τότε το καταλληλότερο κλείσιμο δεν μπορεί παρά ν’ ανήκει στο πιάνο του Ludovico Einaudi. Σίγουρα τα λίγα λόγια που αφορούν αυτό το remix δεν περιγράφουν επαρκώς τη κορυφαία μουσική του Ιταλού συνθέτη. Πάντως, το minimal techno beat που προσθέτει ο Nico Pusch στο Una Mattina (που μπορείτε να βρείτε στο ομώνυμο άλμπουμ του 2004) δένει υπέροχα με την αντίστοιχη minimal, αλλά τόσο μελωδική αντίληψη του Einaudi.

 Η μουσική μας αφήγηση λοιπόν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί με την εξής εικόνα: ξημέρωμα, μ’ ένα ζεστό καφέ στο χέρι βλέπεις τον ήλιο ν’ ανατέλλει κι από πίσω παίζει η εκδοχή του Nico Pusch στο Una Mattina



πηγή εικόνας