Όταν γράφω, αλλά και όταν διαβάζω κείμενα σχετικά με τη μουσική, προτιμώ ένα ύφος ορθολογικό και αποστασιοποιημένο, όπου γίνεται απόπειρα να ανιχνευθούν οι επιρροές και ο δείνα καλλιτέχνης ή συγκρότημα να τοποθετηθεί στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα τη μουσική και –γιατί όχι; – την πολιτιστική, πολιτική, κοινωνική κλπ. Σε τέτοιου ύφους κείμενα, τα πιο προσωπικά συναισθήματα που προκαλεί η ακρόαση, όχι ακριβώς αποσιωπούνται, αλλά, στις καλύτερες των περιπτώσεων, υπονοούνται. Στην ουσία, η απλή απόλαυση που προκαλεί η μουσική σαν να αναδύεται μέσα από μεθοδικότερες σκέψεις και κρίσεις. Αλλά, η μουσική, όπως και καθετί που κάνει τη ζωή μας καλύτερη, εμπεριέχει μια γοητεία που κάποιες φορές μπορεί πιο επιτυχημένα να αναδειχθεί μέσα από τους λογοτεχνικούς τρόπους. Για παράδειγμα, τη μεταφορά.
Φανταστείτε λοιπόν ότι η τέχνη της μουσικής είναι ένας κόσμος, μια νέα γη, κατά το μεγαλύτερό της κομμάτι ανεξερεύνητη. Ο κάθε ακροατής, ο καθένας από μας, μοιάζει με ένα εξερευνητή που αναζητά συνεχώς νέες ηπείρους που δεν έχει δει ποτέ. Απλώνονται μπροστά του μέσα στο έντονο φως του πρωινού, εξάπτουν την περιέργεια και το αίσθημα περιπέτειας. Ο εξερευνητής μας ξέρει ότι αυτό το ταξίδι στις άγνωστες ηπείρους της μουσικής θα του φτιάξει τη μέρα, αν όχι τη ζωή του όλη.
Βέβαια, κάθε ακροατής έχει, ως ένα μεγάλο βαθμό, ο ίδιος συγκροτήσει τον μουσικό κόσμο που καλείται να εξερευνήσει. Μουσικές που άκουσε έφηβος, έπειτα σνόμπαρε και τελικά επέστρεψε σε αυτές, μουσικές που κάποια στιγμή είχε δει με την άκρη του ματιού του και με κάποιο τρόπο μίλησαν μέσα του. Τραγούδια και δίσκοι που με την πρώτη του προκάλεσαν μια αποκάλυψη γεμάτη πάθος, κι άλλα που άργησαν να ωριμάσουν στ’ αυτιά και στον νου του. Ένας χαρτογράφος μιας γης, της οποίας ο ορίζοντας είναι αχνά γνώριμος. Αλλά το ίδιο δε συμβαίνει με κάθε εικόνα και γνώση που αποκτούμε; Μια αδρή εντύπωσή της, την έχουμε από πριν.
Έτσι λοιπόν, η δική μου γη απαρτίζεται από τις πιο ενδιαφέρουσες μισοσκότεινες ηπείρους. Κάθομαι στην άμμο και τα πόδια μου βρέχει η απέραντη θάλασσα της μεσογειακής παράδοσης. Τραγούδια αφιερωμένα στο φως και το νερό, σκοποί που αιωρούνται πάνω από λευκά σπίτια, ναυτικά ταξίδια, ξενύχτια και αινιγματικά κορίτσια. Μουσικές ηλεκτρικές, ηλεκτρονικές, παραδοσιακές λες και ξεπλένονται στον ήλιο και στο κύμα για να αφηγηθούν το μεγάλο ναι στη ζωή.
Νοτιότερα, ο ήλιος κρύβεται στα δάση. Την καρδιά αυτής της ηπείρου δεν την αγγίζει το φως. Εδώ το στέμμα φορούν το μαύρο δέρμα και οι πολύπλοκοι ρυθμοί. Η ίδια βαθιά και πηγαία θέληση που κάνει τον άνθρωπο να χορέψει, είναι αυτή που τον ωθεί να είναι ελεύθερος, να ζει χωρίς προκαταλήψεις. Κάτω από τα δέντρα, πλάι στη γη οι άνθρωποι χορεύουν επειδή ο θεός πέθανε κι εκείνοι έμειναν μόνοι κι απελευθερωμένοι, με όπλο τις αξίες τους σε έναν κόσμο-μηχανή που τρίζει. Ίσως αυτό να είναι το σημαντικό μήνυμα του συνδυασμού της αφρικάνικης και ηλεκτρονικής μουσικής, η κραυγή του ανθρώπου, ο οποίος αφού σκότωσε τον μεταφυσικό θεό, αγωνίζεται να απαλλαχτεί από τους νέους θεούς της τεχνολογίας.
Τώρα, η ηλεκτρονική μουσική, στον χάρτη μου βρίσκεται προς τα δυτικά. Σε πόλεις με ψηλούς καθεδρικούς ναούς, κουστουμαρισμένοι τζέντλεμαν, που κάποτε είχαν μακριά μαλλιά και απλανές βλέμμα (και δεν το λησμονούν αυτό) απαλλάσσουν την επανάληψη της τεχνολογίας από τη στειρότητα, αντικαθιστώντας τη με τη γονιμότητα της παράδοσης του μεγάλου ευρωπαϊκού λυρισμού. Σ’ αυτή την ήπειρο οι μηχανές δεν παράγουν πανομοιότυπα ρομπότ στεγνά από συναίσθημα, μα μικρά πουλιά με φτερά μεταλλικά, αλλά μεγάλης πτητικής ικανότητας. Την ώρα του δειλινού έχω δει αυτά τα πουλιά να πετάνε στον ουρανό, αλλά θέλω να τα γνωρίσω τόσο, ώστε να έρθουν και να αράξουν στον ώμο μου.
Προς τον βορρά απλώνονται αχανή τείχη από γκρίζα πέτρα. Πίσω τους έχουν ριζώσει τα παλάτια τους φυλές με πολεμικά τύμπανα και όμορφα τραγούδια. Εκεί όλα τραγουδάνε, ακόμα και τα σκαθάρια και οι πέτρες που κυλούν. Εκεί απόβλητοι και περιθωριακοί κάνουν παρέα με αστροναύτες, καουμπόηδες και ιππότες. Κι αν ρυθμοί και ουρλιαχτά μας διδάξαν οργή και επανάσταση, οι μελωδίες και τα νανουρίσματα μας άνοιξαν της πύλες για μια νέα ποίηση, για μια δίχως όρια ευαισθησία.
Αλλά το πιο μυστήριο συναίσθημα στο μουσικό μου χάρτη έρχεται από την Ανατολή. Με μαγνητίζει το παθητικό της βλέμμα, το χαμόγελο στα χείλη της, η υπόσχεση πως θα με πάρει απ’ το χέρι και θα με οδηγήσει σε ένα κόσμο αστρικής ευδαιμονίας. Αν μέσα από την έντονη, βαθιά, δηλαδή αφρικάνικη, αίσθηση του ρυθμού αδειάζω από τις προκαταλήψεις, τα ψεύτικα ιδανικά και το μυαλό μου το ίδιο, σε μια διονυσιακή θέληση για ελευθερία, με τα μελωδικά όνειρα που έχουν τις ρίζες του στην Ανατολή μπροστά μου ανοίγονται νέοι ορίζοντες, πραγματικά άγνωστοι για μένα. Και προς το παρόν, το μόνο που έχω καταφέρει να ζήσω είναι μικρές βόλτες, μονοήμερες εκδρομές με σιωπηρούς μα σίγουρους φίλους.
Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο είναι εξαιρετικά δείγματα γραφής δύο μεγάλων Ελλήνων φωτογράφων, του Δημήτρη Χαρισιάδη και του Τάκη Τλούπα αντίστοιχα. Νομίζω πως αναδεικνύουν την ατμόσφαιρα του κειμένου.
Βασική προυπόθεση βεβαίως είναι να ακούς και ν'αναζητάς πραγματικά για μουσική και να μην είσαι θύμα του chart αφενός και της mainstream σαβούρας που πλέει σε μεγάλες ποσότητες και προς το μέρος μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραίο κείμενο!