28/1/19

Vinyl vs. Digital: μια ωραία κουβέντα στο Facebook

Αυτή η ανάρτηση αποτελεί ένα επιχείρημα υπέρ της ενασχόλησης με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία έχουν συλλήβδην δεχτεί πολλές κατηγορίες. Αλλά, θεωρώ πως αν τα χρησιμοποιείς με μέτρο και ουσία, τότε κάνουν τη ζωή σου λιγάκι πιο ενδιαφέρουσα. 

Ακολουθούν, λοιπόν, μερικά αποσπάσματα από έναν εκτενή διάλογο που έγινε σε μορφή σχολίων στο Facebook, κάτω από τη δημοσίευση της αμέσως προηγούμενης ανάρτησης αυτού του blog, η οποία αφορούσε μία σύγκριση ανάμεσα στο βινύλιο και τα ψηφιακά μέσα ακρόασης- ένα, άλλωστε, ένα θέμα που καίει στους κύκλους των φίλων της μουσικής!

Κάποιοι εκ των συνομιλητών βγάζουν χιούμορ, ακόμα και σαρκασμό, κάποιοι άλλοι ατόφιο συναίσθημα, μα όλοι εκφράζουν τις απόψεις τους με σεβασμό, γνώση του αντικειμένου και σωστά ελληνικά (οι διορθώσεις που επέφερα ήταν ελάχιστες). Επίσης, να σημειωθεί πως πολλοί από τους συμμετέχοντες προέρχονται από την ομάδα των ραδιοφωνικών παραγωγών του Nova Fm 106.

Για ευνόητους λόγους, κράτησα μόνο τα αρχικά των ονομάτων των συμμετεχόντων... στην κουβέντα η αφεντιά μου είναι προφανώς ο Ν.Φ. Εξίσου προφανές είναι πως δεν συμφωνώ απαραίτητα με όσα γράφουν οι αγαπητοί φίλοι, αλλά τα κρίνω άξια να σωθούν μέσα στο ατέρμονο facebook-ικό news feed.



Κ.Ρ.: Everybody και η μάνα του DJ, τώρα που όλοι κατεβάζουν ό,τι να ‘ναι χωρίς να έχουν ιδέα, τα αποτελέσματα τα ακούμε στην φρικτή κατάντια της μουσικής που παίζεται στα μαγαζιά. Με τη δισκογραφία υπήρχε μια άλλη πιο αργή και δύσκολη διαδικασία στην ενασχόληση με τα μουσικά πράγματα που όμως τελικά ήταν κάτι που διαμόρφωνε χαρακτήρες και μουσικές απόψεις σωστότερες .

Ν.Φ.: Αν έχεις αναπτύξει κουλτούρα και αισθητική, τότε δεν (πρέπει να) σε φοβίζει το ψηφιακό στοιχείο στη μουσική. Πλέον οι DJs είναι πολλοί, αλλά λίγοι είναι αυτοί που πραγματικά ξεχωρίζουν, ας παίζουν και με λάπτοπ! Το μόνο που κάπως με φοβίζει είναι ποια κουλτούρα μουσικής θα αναπτύξει η νέα γενιά, που γεννήθηκε χαμένη στον ψηφιακό διαδικτυακό κόσμο... Θα δούμε!

T.B.: Συμφωνώ. Προσθέτω ότι τα παιδιά μας γεννούνται κενά πινάκια κ εμείς τους διαμορφώνουμε, μέχρι κάποιο βαθμό τουλάχιστον, σε όλα. Όποτε είναι κ στο χέρι μας ποια κουλτούρα θα αποκτήσουν, ή έστω σε τι θα εκτεθούν από εμάς και ποσό αμερόληπτα ή ενοχοποιημένα θα τα παρουσιάσουμε.

ΝΦ:  Συμφωνώ. Πλέον τα παιδιά εκτίθενται σε τέτοιο βομβαρδισμό πληροφοριών, που σταδιακά εκπαιδεύονται να επιβιώνουν και μερικά από αυτά να αναπτύσσουν και μια δυνατή αισθητική, με χαρακτηριστικά που για μας -όταν ήμασταν στη δική τους ηλικία, π.χ. την εφηβική - ήταν αδιανόητα: ας πούμε ο ίδιος άνθρωπος ακούει metal, hip hop, trap, ηλεκτρονικά!



 Α.Κ.: Εννοείται οτι το digital είναι απείρως πιο πρακτικό απ το βινύλιο. Και πιο οικονομικό άρα και πιο προσιτό. Ευτυχώς ή δυστυχώς στην ζωή δεν χρειαζόμαστε μόνο χρηστικά και πρακτικά πράγματα αλλά και όμορφα. Διαφορετικά θα κρεμούσαμε στους τοίχους μίξερ και κατσαρόλες αντί για πίνακες και φωτογραφίες. Πιθανότατα να μην ακούγαμε καν μουσική (ποιά η πρακτικότητα της;).Ο δίσκος είναι απτός και είναι όμορφος. Το digital δεν είναι τίποτε από τα δύο. Ο δίσκος απαιτεί κι έναν κόπο, και μια μικρή θυσία (οικονομική) όπως και όλα τα πράγματα στην ζωή που αγαπάμε.  Μέχρι και φροντίδα χρειάζεται. Ο δίσκος είναι μια χειροπιαστή απόδειξη της αγάπης προς την μουσική. Ξέρω,το βλέπω πολύ συναισθηματικά,σχεδόν ρομαντικά. Αλλά δεν φταίω εγώ. Η μουσική φταίει...



Γ.Κ.: Η αίσθηση και η προσέγγιση στο μουσικό πρόγραμμα με χρήση pc είναι τελείως διαφορετική απ' ό,τι με το βινύλιο - ακόμα και με το cd. Επίσης, η όλη αίσθηση της δημιουργίας προγράμματος είναι τελείως διαφορετική για τον συντελεστή, όπως βέβαια και το τελικό αποτέλεσμα στον ακροατή. 

Πάντως η αίσθηση του ραδιοφώνου -για το οποίο μπορώ να έχω γνώμη- έχει αλλάξει τελείως.  Άλλη γοητεία είχαν τα Mk-II, έστω τα cds, τα κασσετόφωνα για τις διαφημίσεις, κι άλλη έχει η αμεσότητα πρόσβασης στις αχανείς βάσεις μουσικών δεδομένων και η άμεση πρόσβαση σε άπειρες δυνατότητες τεχνικής επεξεργασίας. Τώρα, ως προς το αποτέλεσμα των αλγορίθμων συμπίεσης, θα δείξει η νεκροψία.

Κ.Χ.: Κατά την γνώμη μου η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα αναλογικά και ψηφιακά format είναι η φύση της προσέγγισης του ακροατή πάνω στην ίδια την μουσική. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, η φροντίδα και μόνον φτάνει για να υπάρχει μια πιο πραγματική σχέση ανάμεσα στον ακροατή και το ίδιο το μουσικό κομμάτι ή τραγούδι. Παράδειγμα, ότι στα 450 με 500 βινύλια που έχω, δεν υπάρχει περίπτωση να μην γνωρίζω ακριβώς το περιεχόμενο, τίτλους, ημερομηνίες κτλ. Αντίθετα, στην ψηφιακή μορφή, έχω φτάσει σε σημείο κορεσμού και εκνευρισμού άπειρες φορές. Το θέμα της ευκολίας είναι που σώζει την ψηφιακή μορφή και τίποτε άλλο. Αν υπάρχει το σωστό στήσιμο ήχου, το βινύλιο είναι ανώτερο, και δεν το λέω από το κεφάλι μου, είναι αποδεδειγμένο επιστημονικά. Κάνοντας ένα παραλληλισμό, θα έλεγα ότι το digital είναι σαν μία όμορφη γυναίκα που είδες στο internet, σε εντυπωσίασε, αλλά δεν την γνώρισες ποτέ. Αντίθετα, όσες έχεις γνωρίσει στην πραγματική ζωή σου έχουν διαμορφώσει τον χαρακτήρα σε έναν βαθμό για αυτό που είσαι σήμερα ως άνθρωπος.

Ν.Φ.: καλημέρα και στους δυο! Κατά τη γνώμη μου, όταν ένα πολύ καλό ψηφιακό αρχείο ακούγεται σε ένα δυνατό και φυσικά ακριβό ηχοσύστημα, η ποιότητα του ήχου είναι εξαιρετική. Άλλωστε κάποιοι παλιοί, γνωστοί και audiophile DJs παίζουν ψηφιακά, με μεγάλα αρχεία υψηλής ποιότητας, συνήθως wav. Τώρα, όπως το έχω εγώ "πιάσει" τουλάχιστον, το βινύλιο έχει μια αμεσότητα, μια ζεστασιά και ένα βάθος στον ήχο, βγάζει μια αίσθηση πως ακούς τους μουσικούς να παίζουν live. Αλλά, για να αποδώσει ένας δίσκος βινυλίου πλήρως, πρέπει αφενός να είναι μια ποιοτική έκδοση, όχι π.χ. ένα πειρατικό bootleg που ρισκάρεις να έχει χάλια ήχο, αφετέρου να διαθέτεις επίσης ένα καλό ηχοσύστημα (πικαπ με ποιοτική κεφαλοβελόνα, ενισχυτή "τούμπανο" και ηχεία σούπερ). Έτσι ξεχωρίζει ο βινυλιακός ήχος!



Δ.Κ: Έλα, δε θέλω διαφωνίες του στυλ μόνο βινύλιο ή τίποτα άλλο. Καλά είναι και τα digital και δυστυχώς/ευτυχώς πλέον έχουν μπει και αυτά για τα καλά στη ζωή μας, όσον αφορά τη μουσική. Η διαφορά στον ήχο μεταξύ βινυλίου-ψηφιακού αρχείου κυρίως ξεκινάει από το γεγονός ότι το βινύλιο και τα πικάπ είναι αναλογικά μηχανήματα. Π.χ. ένας αναλογικός μίκτης είναι σαφέστατα καλύτερος σε ποιότητα από έναν ψηφιακό. Ο ψηφιακός από την άλλη μεριά έχει άλλες δυνατότητες που ο πρώτος δεν έχει. Για μένα η μεγάλη διαφορά όπως λέει κ πιο πάνω ο φίλος Α.Κ. είναι ότι το βινύλιο είναι κάτι χειροπιαστό, που θα ανατρέξεις να το βρεις στη δισκοθήκη σου, θα χαζέψεις το εξώφυλλο κτλ κτλ. 

Τέλος όσον αφορά τα uncompressed files, WAV ή AIFF ενημερωτικά υπάρχουν από τα τέλη των 80s, τα μεν πρώτα της IBM νομίζω και Ms-dos/Windows, τα δε δεύτερα της Amiga. Απλά εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν σκληροί με τις χωρητικότητες που υπάρχουν τώρα και λίγοι τα χρησιμοποιούσαν. Το μπαμ το μεγάλο έγινε όταν βγήκαν τα MP3. Επίσης θα ήθελα να προσθέσω ότι και η κασέτα έχει ανεβεί σε πωλήσεις τα τελευταία χρόνια εκτός από τα βινύλιο! Και από την άλλη το CD (που δε διαφέρει σε τίποτα από το wav/aiff) έχει πέσει δραματικά.

(...)

Να συμπληρώσω ότι το cd μπορείς πχ να το μετατρέψεις σε wav και πάλι να το ξαναγράψεις σε ένα νέο άδειο cd χωρίς να χάσει καθόλου ποιοτικά. Επίσης με τη σημερινή τεχνολογία μπορείς να τυπώνεις πάνω στο cd το artwork, να τυπώνεις το εξώφυλλο του cd ακόμα και σε καλύτερο χαρτί απο αυτό της εταιρίας! Όρεξη και μεράκι να έχεις, η διαδικασία είναι παρά πολύ απλή και με μικρότερο κόστος από ότι να το αγοράσεις έτοιμο!! Για το βινύλιο η διαδικασία του mastering είναι τελείως διαφορετική και κοστίζει αρκετά. Το κόστος αυτό πέφτει όταν κόβεις περισσότερα βινύλια και το ίσο μοιράζεις στη τιμή τους. Το στοίχημα για τις δισκογραφικές είναι αν θα καταφέρουν να πουλήσουν όλες τις κόπιες. Είναι μετρημένοι στα δάχτυλα οι παραγωγοί/DJs που κόβουν ένα δισκάκι για πάρτη τους και συνήθως αναλαμβάνουν οι ίδιοι να πληρώσουν το mastering και λοιπά έξοδα. Αντίθετα είναι παρά πολλοί αυτοί που ακόμα γράφουν cd. Βέβαια αυτό σιγά σιγά εξαφανίζεται διότι πλέον το usb έρχεται δυναμικά να το αντικαταστήσει. Για το μέλλον προβλέπω σύνδεση με τον σέρβερ στο σπίτι και επιλογή τραγουδιών ασύρματα!



Θ.Κ.: Στην ουσία, νομίζω ότι η όλη υπόθεση στηρίζεται στις προσωπικές εμπειρίες και τα ερεθίσματα του καθενός, καθώς και στο περιβάλλον που μεγάλωσε. Αν μεγάλωσες με πατρικό πικάπ και δίσκους μέσα στο σπίτι, είναι λογικό να ασχοληθείς με τη μουσική, να τρέφεις αγάπη για το βινύλιο. Η σημερινή νέα γενιά, που μεγαλώνει απέναντι από μια οθόνη, είναι επόμενο να έχει άλλη άποψη και να θεωρεί φυσιολογικό το cloud κλπ. Δεν υπάρχει λόγος διαφωνίας, η ουσία είναι να γουστάρεις τη μουσική... ανεξαρτήτως φορμάτ. Η συλλογή βινυλίων είναι κάτι τελείως προσωπικό. Είναι σαν να λες ότι η συλλογή πεταλούδων, είναι πιο φοβερή από τη συλλογή γραμματοσήμων... Μη συγκρίσιμα.

Ν.Φ.: να γουστάρεις τη μουσική ανεξαρτήτως format: αυτή είναι πολύ σημαντική παρατήρηση. Και επίσης να γουστάρεις μουσική χωρίς εγωκεντρισμό και ψώνιο αλλά με ουσία. Επειδή, π.χ. οι djs που παίζουν με βινύλια, αλλά αναλώνονται σε ανούσιο, μονότονο house-techno δεν είναι και λίγοι... Μουσική με ουσία, κι ας είναι και από (καλής ποιότητας εννοείται) mp3 320 kbps



Κ.Α.: Νομίζω πως λίγο πολύ καλύφθηκαν τα υπέρ/κατά των βινυλίων και των ψηφιακών αρχείων και μάλιστα με πληροφορίες τεχνικές και άρτιες! Προσωπικά προτιμώ το βινύλιο για όλους τους παραπάνω λόγους, έχω αρκετά cds και δεν θα είχα πρόβλημα με μερικά ακόμα και αρκετά mp3s ("παράνομα και νόμιμα"). Προφανώς η ουσία του θέματος είναι η μουσική αυτή καθαυτή. Ούτε η φόρμα ούτε ο τρόπος απόκτησης.  Ένας ακροατής που θα ενδιαφερθεί για κάτι που κατέβασε παράνομα θα ενδιαφερθεί να αγοράσει το LP, το ψηφιακό, το merchandise. Κάποιος άλλος δε θα μπει στον κόπο. Οπότε, ας είμαστε λιγότερο ελιτιστές, γιατί αυτό είναι κάτι που απωθεί πολύ κόσμο να μπει σε μια πιο συστηματική παρακολούθηση και ενασχόληση με τη μουσικής ( ίσως γενικά να είναι κατάρα των τεχνών). Άλλωστε σωστό DJ ή παραγωγό δε σε κάνει το αρχείο ή το αν το πλήρωσες αλλά το αυτί, η αντίληψη, η σχέση σου με τον ήχο. Τα υπόλοιπα είναι μια κουβέντα για το άρθρο που θα κάνεις Νίκο, με τίτλο "μουσικοί και πνευματικά δικαιώματα". Εκεί ας πει ο καθείς την άποψη του! 

Οπότε βινύλιο ναι, αλλά επειδή είμαστε και παιδιά της εργατικής τάξης και mp3 ναι! Σε όλα ναι!

Δ.Κ.: Επέτρεψε μου να διαφωνήσω όμως στο «λέμε σε όλα ναι». Σίγουρα σωστό DJ δε σε κάνει μόνο το αρχείο αλλά και αυτό έχει τη σημασία του. Όταν πληρώνεσαι και μάλιστα αρκετά χρήματα (πιο συγκεκριμένα local DJs από 50e έως 150e τη βραδιά! Πολλοί από αυτούς παίζουν καθημερινά) νομίζω είναι αυτονόητο ότι ένα ποσό από αυτά τα χρήματα θα το διαθέσεις για να αγοράσεις νέα τραγούδια. Έτσι ώστε να ανανεώσεις τις λίστες σου άλλα και το πρόγραμμά σου. Εδώ όμως γίνεται το ακριβώς αντίθετο. Ο DJ προτιμάει να τσεπώσει όλο το ποσό και η μουσική του βασίζεται στο τι θα του πασάρει (ανεξάρτητα το είδος μουσικής) το παράνομο pool που πληρώνει 15-20 ευρώ συνδρομητικά τον μήνα. Με λίγα λόγια το search στη μουσική περιορίζεται στο pool και οτιδήποτε θα κάνουν upload οι διαχειριστές εκεί. Δε μπαίνει καν στον κόπο να ψάξει παραπέρα. "Έλα που θα αγοράσω μουσική, αφού μπορώ να τη κατεβάσω τζάμπα" και ταυτόχρονα απαιτεί ο ίδιος να πληρωθεί 100 ευρώ! Αυτό δεν είναι επαγγελματισμός, αλλά αρπαχτή για όσο κρατήσει και ταυτόχρονα έχει αλυσιδωτή αντίδραση ως προς το αντικείμενο.. Πάντως δεν είμαι αντίθετος με το παράνομο downloading, εφόσον αυτό γίνεται αποκλειστικά για προσωπική χρήση και τίποτα άλλο.

πηγή εικόνας

20/1/19

Για την κουλτούρα του βινυλίου και τα ψηφιακά μέσα


Ένα από τα θέματα που ήθελα να εντάξω στο άρθρο για τις αγαπημένες κυκλοφορίες του 2018 ήταν και αυτό που αφορά την όλη κουλτούρα του βινυλίου, αλλά τελικά δεν συμπεριέλαβα το συγκεκριμένο θέμα, για να μην καταλήξουμε σ’ ένα δυσανάγνωστο «σεντόνι». Οπότε ορίστε, ένα ξεχωριστό κείμενο.

Βινύλιο, λοιπόν. Η λατρεμένη ενασχόληση πολλών φίλων της μουσικής, σε φετιχιστικό θα λέγαμε επίπεδο. Στοιχεία όπως το πάθος του συλλέκτη, το κυνήγι εκδόσεων και επανεκδόσεων, η αναζήτηση του καλύτερου δυνατού ήχου, γενικότερα η audiophile προσέγγιση και φυσικά η ανάδειξη σημαντικών ραδιοφωνικών παραγωγών και DJs με αγάπη για τη βινυλιακή μορφή, έχουν ανάγει την ενασχόληση με το βινύλιο ουσιαστικά σε εχέγγυο της πίστης ενός ακροατή στην πιο αγνή και ανεπιτήδευτη εκδοχή της μουσικής. Μάλιστα, αυτή η τάση έχει ενισχυθεί με την επιστροφή του βινυλίου στη διάρκεια των τελευταίων 5-10 χρόνων, ένα ρεύμα το οποίο άμεσα έρχεται ως αντίδραση στην κυριαρχία των ψηφιακών μουσικών αρχείων (mp3, flac κλπ.), αλλά σε ένα δεύτερο επίπεδο συνδέεται βαθιά με την επιθυμία, ειδικότερα των πιο καλλιεργημένων και –ας πούμε- ευαίσθητων καλλιτεχνικά ανθρώπων για γνησιότητα, μέσα στη διάψευση και την απαξίωση της γενικευμένης οικονομικής κρίσης. 

Επομένως, οι υπέρμαχοι της κουλτούρας του βινυλίου, είτε λιγότερο είτε περισσότερο, είτε εμφανώς είτε από μέσα τους, προβάλλουν έναν σνομπισμό προς τους υπόλοιπους μουσικόφιλους που προτιμούν άλλα μουσικά format. Ήδη έχει εκφραστεί μια κριτική για την υποτίμηση του cd, το οποίο άλλωστε προσφέρει επίσης υψηλή ποιότητα ήχου, αλλά δύσκολα κάποιος θα υπερασπιστεί τα ψηφιακά μουσικά format, απέναντι στη βινυλιακή κουλτούρα η οποία, στον χώρο των μουσικόφιλων λειτουργεί, χωρίς αμφιβολία, ηγεμονικά.

Αλλά, πριν συνεχίσω, προκειμένου να μην παρεξηγηθώ, να δηλώσω πως κι εγώ αγαπώ το βινύλιο και συλλέγω δίσκους, σύμφωνα βέβαια με τις οικονομικές μου προτεραιότητες, μιας και το χόμπι είναι χρηματικά απαιτητικό. Επίσης, θαυμάζω τους γνώστες του βινυλίου, οι οποίοι – όπως και να το κάνουμε- έχουν συνδέσει τη ζωή τους ολόκληρη με αυτό, με πιο ζωντανό ίσως, σε επίπεδο προσωπικής γνωριμίας, παράδειγμα τον φίλο Δημήτρη, που πριν λίγο καιρό μας άφησε για το μεγάλο ταξίδι…

Ωστόσο, προτιμώ η, καλύτερα θα έλεγα, με βολεύει το ψηφιακό format, ακόμα περισσότερο βρίσκω τρομερά πρακτικές τις διαδραστικές ιστοσελίδες, όπως το Spotify και το Bandcamp. Γενικότερα, ο συσχετισμός μουσικής τέχνης και ψηφιακής τεχνολογίας έχουν φέρει μια επανάσταση, όχι μόνο στον τρόπο που ακούμε αλλά και στο τι ακούμε. Και μην μου πείτε πως, όταν ήσασταν έφηβοι ή φοιτητές κατά τα πρώτα έτη (αναφέρομαι στη δική μου πάνω-κάτω γενιά, δηλαδή στις ηλικίες 35-40 ετών), δεν φαντασιωνόσασταν τη δυνατότητα να έχετε πρόσβαση σε άπειρο μουσικό υλικό, σε καλλιτέχνες και δίσκους που αποθέωναν τα περιοδικά που διαβάζατε και οι ραδιοφωνικές εκπομπές που ακούγατε; Το διαδίκτυο, ειδικά στην εκδοχή 2.0, πραγματοποιεί αυτή τη φαντασίωση, κι ακόμα περισσότερο επιτρέπει στον καθένα να διαμορφώσει το δικό του διαδραστικό και συνεχώς εξελίξιμο προφίλ, αποθηκεύοντας ακροάσεις και προτάσεις. Επίσης, του δίνεται η δυνατότητα να κατεβάσει μουσική σε πολύ καλή ηχητικά ποιότητα, σεβόμενος τα πνευματικά δικαιώματα των καλλιτεχνών και χωρίς να χρειάζεται να ξοδέψει πολλά χρήματα. Τελικά, είναι τόσο απλή, άμεση, οικονομικά συμφέρουσα και βέβαια πλούσια και γόνιμη η ενασχόληση με τη μουσική στο διαδίκτυο. 

Επίσης, τολμώ να γράψω πως και το παράνομο downloading, το οποίο τόσο κυνηγάνε πολιτικοί ηγέτες και οι δισκογραφικές εταιρείες, έχει ωφελήσει τους φίλους της μουσικής. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, το «παράνομο» - ας το θέσουμε εντός εισαγωγικών- downloading πολύ σωστά έχει συσχετισθεί με μία πιο δημοκρατική, αλληλέγγυα και θα λέγαμε αντιεξουσιαστική προσέγγιση στον όλο κύκλο παραγωγής, διάθεσης, διακίνησης και κατανάλωσης της μουσικής. Πάνω άλλωστε σε μια τέτοια προσέγγιση, πολλοί καλλιτέχνες διαθέτουν τη μουσική τους σε νόμιμο δωρεάν downloading. Από την άλλη βέβαια, πλέον η αγορά ενός άλμπουμ σε ένα ποιοτικό ψηφιακό αρχείο, π.χ. flac, είναι αρκετά οικονομική, ώστε το παράνομο downloading μπορεί να αποφευχθεί. 

Επιλογικά, ας σημειωθεί ότι δεν παύω να εκτιμώ το βινύλιο, σε επίπεδο ακρόασης, αλλά και DJing, καθώς έχει κάτι το βιωματικό, χειροπιαστό, μαστόρικο. Αλλά, αν δεν είχε πραγματοποιηθεί η σύζευξη ψηφιακής τεχνολογίας και μουσικής, δεν θα ανακάλυπτα ποτέ καλλιτέχνες που με συγκλόνισαν και με καθόρισαν ως ακροατή. Και μιλάμε για καλλιτέχνες, όχι τρέχοντες και mainstream, αλλά που κυρίως ανήκουν στο παρελθόν και στον εναλλακτικό χώρο, ακόμα και στο underground. Δεν το συζητώ πως επιθυμώ διακαώς να αποκτήσω το έργο τους σε βινύλιο... άιντε και σε cd!